Οι άνθρωποι απεχθανόμαστε την κατάσταση της δουλείας. Μάλιστα, όσοι πιστεύουμε στον Θεό έχουμε ως δεδομένο της ύπαρξής μας ότι Εκείνος μας ελευθέρωσε από τον θάνατο, την κακία, το μίσος. Γι’ αυτό κα μας ξενίζει η απάντηση του Χριστού στο αίτημα των δύο μαθητών Του, του Ιακώβου και του Ιωάννη, λίγες ημέρες πριν το σωτήριο πάθος Του: «ος εάν θέλη υμών γενέσθαι πρώτος, έσται πάντων δούλος» (Μάρκ. 10, 44). «Πρέπει να γίνει δούλος όλων όποιος από σας θέλει να είναι πρώτος». Αντιφατική η προτροπή του Κυρίου. Από την μία μας υπόσχεται την ελευθερία και από την άλλη μας ζητά να γίνουμε δούλοι. Τι άραγε σημαίνει για τον Χριστό η λέξη «δούλος»;
Ο δούλος δεν είναι ο υποταγμένος, ο εξανδραποδισμένος, ο σκλάβος. Δεν είναι το θύμα του πολέμου ή των χρεών ή των περιστάσεων της ζωής. Δούλος είναι αυτός που αισθάνεται ότι έχει αναλάβει ένα χρέος και μάλιστα μεγάλο. Είναι το χρέος της αγάπης, της προσφοράς, της θυσίας. Και αυτό δεν επιβάλλεται, επιλέγεται. Δεν είναι εξωτερικός δεσμός, αλλά εσωτερικός. Με το νου και την καρδιά μας, την ψυχή και το σώμα μας διαλέγουμε ελεύθερα να υποταχτούμε στο χρέος να αγαπήσουμε. Διαλέγουμε εκούσια να μην έχουμε ως προτεραιότητα το εγώ, το δικαίωμά μας, την επιθυμία της καρδιάς μας, αλλά να ανοιγόμαστε στον πλησίον, να προσφερόμαστε θυσιαστικά σε όποια ανάγκη έχει εκείνος και η οποία δεν θα του είναι πρόσκομμα στην σωτηρία του, δηλαδή στην σχέση του με τον Θεό. Γιατί αλλιώς η προσφορά γίνεται καταστροφή, όταν κολακεύει τα πάθη του άλλου. Κι αν εκείνος το ζητά, αντίβαρο είναι η υπομονή και η προσευχή, αλλά και η επιμονή στην αλήθεια, που έχει να κάνει με ό,τι ελευθερώνει και όχι με ό,τι κρατά τον άνθρωπο σκλάβο στο εγώ του.
Ο δούλος είναι ο ταπεινός. Όποιος κενώνεται, αδειάζει από το θέλημά του, έχει επιλέξει την οδό της ταπείνωσης. Αυτό δεν συνεπάγεται μία ηθικολογική προτροπή, έναν κενό περιεχομένου λόγο. Είναι ματωμένη η οδός της ταπείνωσης. Προϋποθέτει αναδοχή του σταυρού και του μαρτυρίου να είσαι ένα απόρριμμα, ένα περικάθαρμα του κόσμου και να αγωνίζεσαι να μένεις κοντά στον Θεό και να μην διαγράψεις από την καρδιά σου αυτόν που καλείσαι να αγαπάς κι ας σε πληγώνει. Να συγχωρείς και να προσεύχεσαι γι’ αυτόν που σε ταλαιπωρεί. Γι’ αυτόν που σε συντρίβει. Που προσθέτει βάρος στο βάρος σου. Που σε κάνει έτοιμο να αγανακτήσεις, να θυμώσεις, να λυπηθείς. Ο κανονικός δούλος ταπεινώνεται από ανάγκη. Ο δούλος του Χριστού ταπεινώνεται από επιλογή. Όχι από ηττοπάθεια, μοιρολατρία, μαζοχισμό. Είναι επιλογή του όχι να σκύβει το κεφάλι και να μην μιλά, αλλά να βλέπει πρώτα πού έχει φταίξει ο ίδιος κι ακόμη κι αν δεν υπάρχει δικό του κακό, να δίνει στον άλλο το παράδειγμα της ανοχής και της υπομονής μέσα από την ταπεινή προσευχή, την συγχώρεση, την καλοσύνη.
Ο δούλος είναι αυτός που μελετά την ζωή του με κριτήριο το θέλημα και την δόξα του Θεού. Ο Χριστός επάνω στον Σταυρό Του εφάνη ως ο βασιλεύς της δόξης. Γιατί δόξα ήταν για τον Θεό τα βάρη και οι αμαρτίες των ανθρώπων. Το να μην χρησιμοποιήσει την δύναμή Του για να πατάξει τους τολμητίες εις βάρος Του. Τους υβριστές και τους αλαζόνες. Το να πιει το ποτήριο του θανάτου, ενώ ο Ίδιος ήταν η ζωή. Το να αρνηθεί την παντοκρατορία και παντοδυναμία Του και να γίνει ο πάντων έσχατος. Να αφεθεί στο μοίρασμα των υπαρχόντων Του. Να μωλωπιστεί για τις αμαρτίες μας. Και να μην ασκήσει κανένα από τα νόμιμα και ηθικά δικαιώματά Του, γιατί το ποτήριο του Χριστού δεν ήταν γεμάτο από κρασί της χαράς, αλλά με το αίμα της αγάπης. Ο δούλος δεν συγκρίνει τον εαυτό του με τους άλλους. Δεν χρησιμοποιεί τις δυνάμεις, τα χαρίσματά του, τα προσόντα, τους ανθρώπους για να εξουσιάσει, αλλά για να διακονήσει, να ελεήσει, να βοηθήσει.
Οι άνθρωποι, ακούγοντας τον λόγο του Χριστού, επαναστατούμε. Σήμερα έχουμε διαγράψει από την ζωή μας την έννοια του χρέους, αντικαθιστώντας την με το δικαίωμα. Θεωρούμε άνευ νοήματος την ταπείνωση, ότι είναι αδυναμία σε έναν κόσμο πλασμένο για τους δυνατούς. Θεωρούμε ότι πρέπει να χρησιμοποιούμε κάθε τι που έχουμε, χαρίσματα και αγαθά, όχι για να κάνουμε καλό στους άλλους, αλλά για να προχωρήσουμε με σκοπό την δόξα του εαυτού μας. Και γι’ αυτό θεωρούμε ακατανόητο το ποτήριο του μαρτυρίου να επιλέγουμε αντίθετα με τα κοσμικά πρότυπα. Να έχουμε ως σκοπό της ζωής μας όχι να καθίσουμε δεξιά και αριστερά του Χριστού στην Βασιλεία Του, αλλά να επικαλούμαστε με το «Ελέησον» την δική του χάρη, εμπιστευόμενοί Τον, ανεξαρτήτως αποτελέσματος. Όμως αυτή είναι πραγματικά η οδός της πίστης.
Ο Χριστιανισμός δείχνει έναν άλλο δρόμο και τρόπο ελευθερίας. Αυτόν του Χριστού. Ξέρουμε πως η κένωση του Θεού μας σώζει. Είναι βέβαια έμπονη. Γι’ αυτό και διστάζουμε να Τον ακολουθήσουμε. Μόνο όμως μ’ αυτόν τον τρόπο συναντούμε την Αλήθεια που κρατά. Αυτόν που δεν μας αφήνει μόνους, αλλά μας λυτρώνει ακόμη κι αν νομίζουμε ότι είμαστε μόνοι. Η αποτυχία των καιρών μας μάς δείχνει ότι αυτή είναι η όντως οδός κι ας περνά από τον σταυρό. Γιατί Εκείνος είναι μαζί μας και δεν θα μας εγκαταλείψει, ούτε στην δική μας πνευματική πορεία ούτε στις σχέσεις μας με τους άλλους. Κι ας φανούμε πρόσκαιρα νικημένοι.
Κέρκυρα, 2 Απριλίου 2017