Παλαιότερα οι νέοι ονειρεύονταν την αλλαγή της κοινωνίας ως τρόπο υπέρβασης της κρίσης και των αδικιών. Αλλαγή σήμαινε γκρέμισμα του κατεστημένου. Αντικατάσταση των ισχυρών. Μία νέα κοινωνία, χωρίς εξουσία αλλά με τη ελευθερία της αυτοδιάθεσης. Σήμερα μία μειοψηφία εξακολουθεί να πιστεύει σ’ αυτές τις ιδέες. Συνήθως αναρχικοί και μπαχαλάκηδες. Οι περισσότεροι αρκούνται στην αλλαγή του κόσμου σε μία εικονική πραγματικότητα. Και αν...
Μένουν οι ανθρώπινες σχέσεις. Κι εκεί επενδύουμε στην αλλαγή. Των άλλων. Από εκείνους εξαρτάται η επιτυχία της όποιας σχέσης. Εμείς είμαστε οι άψογοι. Ή «σε όποιον αρέσουμε». Το εγωκεντρικό φρόνημα μάς καθιστά βέβαιους ότι είμαστε αυτάρκεις. Ακόμη κι αν καταλαβαίνουμε τα ελαττώματα του χαρακτήρα μας, ανταπαντούμε ότι και οι άλλοι έχουν. Άρα, αν μας αγαπούνε, οφείλουν να μας αποδεχτούν. Κανείς δεν αλλάζει για χάρη του άλλου. Όλα είναι θέμα εξουσίας. Θα επικρατήσει αυτός που είναι πιο δυνατός να αντέξει στην πίεση του άλλου.
Η αλλαγή προϋποθέτει ταπείνωση. Ο πολιτισμός μας μιλά για αυτοεκτίμηση. Δρόμοι μάλλον αλληλοαποκλειόμενοι. Αυτός που είναι ταπεινός, εκτιμά αλλιώτικα τον εαυτό του. Τον θεωρεί εικόνα Θεού, που έχει αμαυρωθεί από τα πάθη. Συγκρίνει τον εαυτό του με τον Απόλυτο Θεό και τους αγίους και αισθάνεται την ανεπάρκειά του. Έναντι των άλλων θεωρεί τον εαυτό του πάντων έσχατο και διάκονό τους. Αλλαγή είναι η αγάπη και η προσφορά σ’ αυτούς. Εκτιμά τον εαυτό του αγαπώντας τους άλλους.
Ένας τέτοιος δρόμος δεν ταυτίζεται με αυτό που ζητά η εποχή μας, την αυτοεκτίμηση. Να πιστεύουμε στις δυνάμεις μας. Να μη λογαριάζουμε τη γνώμη των άλλων αλλά να παλεύουμε για τα δικαιώματά μας. Πιστεύοντας στον εαυτό μας διεκδικούμε την αναγνώριση. Και τονίζουμε την αυτοεκτίμηση προσέχοντας την εξωτερική μας εμφάνιση, αποκτώντας γνώσεις, αξιοποιώντας τα ηλεκτρονικά μέσα. Δύσκολα βεβαίως μπορούμε να εστιάσουμε στις ελλείψεις μας. Ή εργαζόμαστε σ’ αυτές, με σκοπό όχι την προσφορά στο διαπροσωπικό και συλλογικό επίπεδο, αλλά απαιτώντας την αποδοχή. Κάποτε υποτιμούμε τους άλλους. Κάποτε νικιόμαστε από τη γνώμη τους, μειώνοντας από μόνοι μας την αξία μας.
Η Εκκλησία ζει την αλλαγή μέσα από την μετάνοια, ως διαφορετική πορεία σκέψης και προσανατολισμού. Αφετηρία της ο αγώνας για υπέρβαση της αμαρτίας και ένταξη του «εγώ» στο σώμα του Χριστού, στην κοινότητα. Την ίδια στιγμή προβάλλει ως στόχο ζωής την μεταμόρφωση του εαυτού μας μέσα από την κοινωνία με τον Χριστό. Μεταμόρφωση σημαίνει εκδίωξη του κακού και βίωση του φωτός στη ζωή μας. Παλεύω με τα ελαττώματά μου για να φωτιστώ και να φωτίσω. Εκτιμώ τον εαυτό μου, γιατί νιώθω ότι τον αγαπά ο Χριστός. Δε συμβιβάζομαι με το κακό, αλλά αγωνίζομαι να το ξεπεράσω. Παρηγορώ, μοιράζομαι, προσεύχομαι και παλεύω για έναν διαφορετικό κόσμο, όπου ο Χριστός φωτίζει τις καρδιές και με κάνει να βλέπω τον εαυτό μου σε σχέση με τον άλλο και μαζί του. Και εκεί όπου δεν φαίνεται αλλαγή, Του εμπιστεύομαι τα πάντα, δια της προσευχής στο όνομά Του. Μεταμορφώνομαι σημαίνει γνωρίζω τα όριά μου και αφήνομαι στην αγάπη Του.
Η μεταμόρφωση ξεκινά εντός μας. Προϋποθέτει άνοδο στο Θαβώρ της Εκκλησίας, έξοδο από την κυριαρχία του εδώ και τώρα και εμπιστοσύνη. Δρόμοι και τρόποι αληθινά νεανικοί. Αυτοί που λείπουν από την εγωκεντρική εποχή μας.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Ορθόδοξη Αλήθεια»
στο φύλλο της Τετάρτης 3 Αυγούστου 2016