3/8/16

Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΩΝ ΝΕΩΝ


                Πολλοί, και όχι μόνο φιλόλογοι, προβληματίζονται σχετικά με το πόσο καλά κατέχουν και χρησιμοποιούν την ελληνική  γλώσσα οι νέοι μας. Ιδίως οι έφηβοι μιλούν δια των εικόνων ή των μικρών μηνυμάτων. Χρησιμοποιούν greeklish. Η ορθογραφία τους είναι προβληματική. Ακόμη και υποψήφιοι Πανελλαδικών Εξετάσεων, αλλά και φοιτητές δεν είναι σε θέση να παραγάγουν ένα γλωσσικώς ικανοποιητικό κείμενο.  Μέσα σ’  αυτό το κλίμα η πολιτεία θεώρησε σκόπιμο να αφήσει εκτός της ύλης των Πανελλαδικών Εξετάσεων τη Λογοτεχνία, ενώ οποιαδήποτε αναφορά σε γλωσσική καχεξία θεωρείται από μερίδα διανοουμένων κινδυνολογική.  Δε συζητούμε για ποίηση και μελέτη λογοτεχνικών βιβλίων από τους νεώτερους. Η αίσθηση είναι ότι το ποσοστό που ασχολείται είναι απελπιστικά μικρό. 
           Η Εκκλησία δικαίως προβληματίζεται τα τελευταία χρόνια για το μάθημα των Θρησκευτικών και τη θέση του στη σχολική ζωή. Δεν ασχολείται όμως καθόλου με τη γλώσσα μας, τόσο την αρχαία όσο και τη νέα ελληνική. Αδιαφορώντας για την μακραίωνη παράδοση των Πατέρων, οι οποίοι ήταν άριστοι χειριστές της γλώσσας, τόσο αναφορικά με τα σημαίνοντά της, τις λέξεις και τη σύνταξη, όσο και με τα σημαινόμενά της, τις έννοιες, τις ιδέες, τη διδαχή, όπως επίσης και για το γεγονός ότι κατά τους δίσεκτους χρόνους της Τουρκοκρατίας τα όσα σχολεία υπήρξαν στελεχώθηκαν κυρίως από κληρικούς, οι οποίοι κράτησαν ζωντανή τη γλώσσα μας, ο σύγχρονος προβληματισμός στην καλύτερη των περιπτώσεων φθάνει μέχρι το αν θα πρέπει να μεταφραστούν τα λειτουργικά κείμενα στα νέα ελληνικά και το αν η εκκλησιαστική γλώσσα είναι ιερή σε ό,τι αφορά στις λέξεις, ενώ συνήθως η έγνοια είναι μηδενική.
Τι θα μπορούσε να κάνει η Εκκλησία για τη γλώσσα που μαθαίνουν, κατακτούν και χρησιμοποιούν οι νέοι;    
Να ευαισθητοποιήσει την κοινωνία μας. Να επισημάνει ότι μπορεί το Διαδίκτυο να κυριαρχεί και η ευκολία στην επικοινωνία να καθιστά την αγγλική ως την πλέον εύχρηστη, όμως ο πατριωτισμός μας και η ανάγκη να διατηρήσουμε την ταυτότητά μας μάς καλούν να αντισταθούμε. Να ζητήσει και να βοηθήσει τους κληρικούς να έχουν και γλωσσική ποιότητα στον λόγο και στο κήρυγμά τους. Να τονίσει την αξία των βιβλικών και λειτουργικών κειμένων. Να οργανώσει σε μία τουλάχιστον ενορία κάθε Μητροπόλεως ειδικά μαθήματα μελέτης κειμένων που θα βοηθήσουν νεώτερους και μεγαλύτερους να έρθουν σε επικοινωνία με τη γλώσσα μας σε διάφορες χρονικές περιόδους της παράδοσής της.  Να προχωρήσει στην έκδοση πατερικών κειμένων, όπως του περίφημου λόγου του Μεγάλου Βασιλείου «Προς τους νέους όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων» και να τα διανείμει στις κατηχητικές συνάξεις. Να θεσπίσει διαγωνισμούς μελέτης εκκλησιαστικών και λογοτεχνικών κειμένων, για να ενθαρρυνθούν οι νεώτεροι να διαβάσουν και να καλλιεργηθούν. Να μην μείνει μόνο στην έγνοια για το μάθημα των Θρησκευτικών, αλλά να ζητήσει από την πολιτεία μεταρρυθμίσεις και στα προγράμματα σπουδών που θα περιλαμβάνουν περισσότερη κλασσική παράδοση.
   Αγωνιούμε για τον επαπειλούμενο θρησκευτικό αποχρωματισμό της κοινωνίας μας, ιδίως με την διαφαινόμενη παραμονή στην πατρίδα μας χιλιάδων μουσουλμάνων. Πόσο όμως συμμεριζόμαστε τον κίνδυνο για περαιτέρω γλωσσικό αφελληνισμό, ο οποίος αναπόφευκτα θα οδηγήσει και σε  αποχριστιανοποίηση;  Πίστη και γλώσσα είναι οι όψεις της παράδοσης που κρατούν την ταυτότητά μας ζωντανή. Ας σταματήσουμε να είμαστε αποχαυνωμένοι από τον προσανατολισμό μόνο στην οικονομική όψη της κρίσης.   

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύεται στην εφημερίδα « Ορθόδοξη Αλήθεια»
στο φύλλο της Τετάρτης 9 Μαρτίου 2016