Ο σύγχρονος νέος δε ζητά συμβουλές, αλλά πρόσωπα και σημεία αναφοράς στα οποία να μπορεί να στηριχτεί, να μιλήσει, να μοιραστεί τις αγωνίες και τα άγχη του. Η δοκιμασία των εξετάσεων εντείνει αυτή την ανάγκη. Και η Εκκλησία σπεύδει να τελέσει παρακλήσεις, θείες λειτουργίες, να κάνει αίτημα προσευχής τις νεανικές αγωνίες. Προσέρχονται μάλιστα στις ακολουθίες αυτές και νέοι που δεν έχουν πάντοτε στενή σχέση με την Εκκλησία, αλλά και γονείς, που βρίσκουν ανάλογη ανακούφιση. Αρκεί όμως αυτός ο τρόπος;
Μπροστά σε τέτοιες δοκιμασίες φαίνεται ξεκάθαρα η απόσταση που υπάρχει ανάμεσα στην Εκκλησία και τους περισσότερους νέους, αλλά και η αγωνία της να κάνει κάτι, για να δείξει την συμπαράστασή της. Ότι θέλει να έχει λόγο στη ζωή τους και ότι μπορεί. Όμως κάτι τέτοιο δεν μπορεί να χτιστεί σε μία ακολουθία ή σε μία αλυσίδα προσευχής. Η αγωνία του νέου για τον κόπο του και την υλοποίηση των στόχων τον κάνει να μην αναπαύεται σε μία υπόμνηση ότι ο Θεός υπάρχει και θα τον φωτίσει στις εξετάσεις. Εκ του αποτελέσματος για άλλους επιβεβαιώνεται αυτό, για άλλους όχι. Είναι δύσκολος ο δρόμος της πίστης. Γιατί ο πολιτισμός μας θεωρεί πετυχημένο όποιον υλοποιεί τους στόχους του και όχι όποιον βρίσκει το πρόσωπό του, την ταυτότητά του είτε στην επιτυχία είτε στην αποτυχία. Διότι και η αποτυχία είναι μεγάλο σχολείο. Ενίοτε μεγαλύτερο και από αυτό της υλοποίησης των όποιων στόχων.
Οι ποιμένες της Εκκλησίας θεωρούμε χρέος μας να δείξουμε στους μαθητές που δίνουν εξετάσεις ότι τους αγαπούμε και ότι είμαστε κοντά τους. Δεν αρκεί όμως η κίνηση αυτή. Η Εκκλησία είναι συνήθως μακριά από τα σχολεία, όχι πάντοτε με δική της ευθύνη, και αυτό κάνει τους περισσότερους νέους να βλέπουν την προσευχή ως μία «μαγική» πράξη, που μπορεί να βοηθήσει στην εμπιστοσύνη στον εαυτό τους και τον κόπο τους, χωρίς να χρειάζεται ως συνέχεια. Δεν χτίζεται όμως η σχέση με το Θεό μέσα από μία περιστασιακή και εξ ανάγκης κίνηση. Χρειάζεται αμοιβαίος κόπος, έξοδος τόσο της Εκκλησίας από την επανάπαυση, όσο και των νέων από το αίσθημα ότι η Εκκλησία είναι χρήσιμη μόνο όταν έχουμε να ζητήσουμε από τον Θεό κάτι.
Η προσευχή της Εκκλησίας για τους νέους που δίνουν εξετάσεις είναι μία καλή πρώτη κίνηση απεγκλωβισμού της από την κηρυγματική νοοτροπία, μία πρόσκληση προς τους νέους να βρούνε έναν χώρο στον οποίο και θα δώσουν την παρουσία τους, τις αγωνίες τους, τα αιτήματά τους και θα πάρουν αγάπη και συμπαράσταση. Την ίδια στιγμή, η Εκκλησία καλείται να συνεχίσει μία προσπάθεια να χτίσει γέφυρες με τους νέους. Να ενδιαφερθούμε οι ποιμένες για το αποτέλεσμα της δοκιμασίας στους διαγωνιζόμενους. Να είμαστε δίπλα τους και μετά την επιτυχία τους ή και στην αποτυχία τους. Και να υπενθυμίζουμε διακριτικά ότι «ου πάντα συμφέρει» στη ζωή, ότι σπουδές και πρόοδος δεν σημαίνουν μόνο επαγγελματική και κοινωνική καταξίωση, αλλά χτίσιμο της προσωπικής ταυτότητας και εύρεση νοήματος στη ζωή, όπως επίσης και ανάγκη για μοίρασμα των χαρισμάτων στους άλλους. Αυτό μπορεί να γίνει τόσο με τον λόγο όσο και με το προσωπικό παράδειγμα όλων μας. Γιατί κι εμείς εξεταζόμαστε καθημερινά, ιδιαιτέρως στα μάτια των νέων.
Κέρκυρα, 17 Μαΐου 2015