8/14/13

ΕΝ ΤΗ ΕΡΥΘΡΑ ΘΑΛΑΣΣΗ

            Γιορτάζουμε και πάλι το Πάσχα του καλοκαιριού, την εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Και είναι γιορτή χαράς και όχι λύπης, παρότι για τον κόσμο και τον άνθρωπο ο θάνατος είναι συνδεδεμένος με την θλίψη. Στο πρόσωπο όμως της Υπεραγίας Θεοτόκου «νενίκηνται της φύσεως οι όροι». Γι’ αυτό και  υπάρχει αυτή η μεγάλη διαφορά. Δεν λυπόμαστε που έφυγε από αυτόν τον κόσμο, αλλά βλέπουμε τον θάνατο στο πρόσωπό της όπως τον πιστεύουμε στην Εκκλησία: ως «Πάσχα», ως πέρασμα δηλαδή στην ζωή της Βασιλείας του Θεού και την μετάσταση του σώματός της ως την Ανάσταση που περιμένει όλους τους ανθρώπους. Εκείνη την προγεύεται, ως σημείον της τιμής που της επεφυλάχθη από τον Υιό και Θεό της. Την ίδια στιγμή παρακαλεί για τον καθέναν από εμάς, ως «μεσίτρια προς τον Φιλάνθρωπον Θεόν», να δοθεί και σε μας η ίδια δωρεά, τόσο για το πνεύμα μας, όταν έρθει η ώρα της εξόδου μας από τον κόσμο και τον χρόνο, όσο και για το σώμα μας όταν έρθει η στιγμή της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού. Και αυτή η δωρεά να είναι ό,τι λέει η λέξη. Γιατί η ανάσταση είναι δεδομένη για τους πάντες, κατά την πίστη μας. Η Βασιλεία του Θεού όμως είναι εκείνη που θα δώσει αιώνιο νόημα στη δωρεά και θα την καταστήσει ως την ευλογία που όλοι αναζητούμε.
             Το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου και το πέρασμά της από τον θάνατο στη ζωή προτυπώνεται στην Παλαιά Διαθήκη. «Εν τη ερυθρά θαλάσση της απειρογάμου νύμφης εικών διεγράφη ποτέ».  Οι Εβραίοι περνούνε την Ερυθρά θάλασσα με θαυματουργικό τρόπο. Ο Μωυσής γίνεται διαιρέτης του ύδατος, η θάλασσα ανοίγει στα δύο και όλος ο λαός περνά στην χερσόνησο του Σινά. Νενίκηνται της φύσεως οι όροι. «Αβρόχοις ποσί» το πέρασμα. Αλώβητος ο περιούσιος λαός του Θεού. Γνώμονες της διάβασης η πίστη στο Θεό, η υπακοή στο θέλημά Του και η προσήλωση στο στόχο της γης της Επαγγελίας. Μένει πίσω ο Φαραώ και ο στρατός του που καταδιώκουν τους πιστούς του Θεού και όταν επιχειρούν να περάσουν τη θάλασσα, χωρίς να πληρούν κανένα από τα κριτήρια που οι Εβραίοι ακολουθούν, βουλιάζουν στο θάνατο.
              Η Υπεραγία Θεοτόκος εικονίζεται στο γεγονός αυτό. Στο πρόσωπό της η ανθρώπινη φύση πραγματοποιεί το πέρασμα εκ του θανάτου στη ζωή. Την κυνηγά ο νοητός Φαραώ, ο διάβολος, με όπλα του τους πειρασμούς και την αμαρτία. Την κυνηγά ο πνευματικός θάνατος, δηλαδή η απομάκρυνση από το Θεό και η αυτοθεοποίηση της ύπαρξης. Την κυνηγά ο βιολογικός θάνατος, ως έσχατος εχθρός που συμπαρασύρει την φύση μας στην σωματική διάλυση και εξαφανίζει σταδιακά την μνήμη της από τον κόσμο και την ιστορία. Κι όμως, στο πρόσωπο της Παναγίας μας η ανθρώπινη φύση περνά μέσα από την θάλασσα του θανάτου, γιατί η Παναγία εμπιστεύθηκε τη ζωή της στο Θεό έκανε υπακοή στο θέλημά Του και προσηλώθηκε στο στόχο του να κρατηθεί δίπλα στο Χριστό, το Πρόσωπο της Επαγγελίας που δίδει την χαρά της Βασιλείας του Θεού στον άνθρωπο. Ανοίγει η Ιστορία στα δύο και διαιρείται πλέον στο κεφάλαιο προ Χριστού και στο κεφάλαιο μετά Χριστόν. Ανοίγει η προσωπική ιστορία της Παναγίας στα δύο και διαιρείται στο προ τόκου και μετά τόκον. Μόνο που και στην μία, αλλά και στην άλλη περίοδο τα τρία κριτήρια, η εμπιστοσύνη, η υπακοή και η προσήλωση στο σκοπό την βοηθούν να κρατήσει ως δώρο αιώνιο την «παρθενία». Ανοίγει η ιστορία της ανθρώπινης ύπαρξης στα δύο και διαιρείται στον προ βαπτίσματος και στον μετά βάπτισμα άνθρωπο, σ’ αυτόν που δεν ανήκει και σ’ αυτόν που ανήκει στο σώμα του Χριστού, την Εκκλησία. Και δίδεται στη φύση μας η ζωή, ως κοινωνία της αγάπης με το Θεό στο πρόσωπο του Χριστού, ως ελευθερία από τα πάθη και την κακία και ως υπέρβαση του πνευματικού θανάτου. Μένει μόνο ο βιολογικός, που κι αυτός όμως θα είναι Πάσχα, δηλαδή πέρασμα εκ της φθοράς εις την αφθαρσία, πρώτα της ψυχής και κατόπιν και του σώματος.    
           Να γιατί γιορτάζουμε την κοίμηση ως Πάσχα. Την ήττα από τον θάνατο ως ανάσταση. Τον χωρισμό του σώματος από την ψυχή ως πρόσκαιρο γεγονός, που κρατά τρεις μέρες μόνο. Τον απαρφανισμό ως   εύρεση της αιωνίως μεσίτριας Μάνας. Να γιατί στο πρόσωπό της βλέπουμε το μέγιστο σημείο στο οποίο η ανθρώπινη ύπαρξη μπορεί να φτάσει από μόνη της, για να της δοθεί στη συνέχεια η χάρη που την τελειοποιεί. Να γιατί στο πρόσωπό της τιμούμε τη γυναίκα ως εκείνη που γεννά την Όντως  Ζωή και όχι απλώς την συνέχεια της ζωής, αφήνοντας πέρα προκαταλήψεις, κοινωνικά πρότυπα και στερεότυπα, προσωποποιήσεις πειρασμού και άλλες απαξιωτικές ή περιφρονητικές όψεις. Να γιατί την απεικονίζουμε μεταξύ γης, που είναι το επίγειο θυσιαστήριο και ουρανού, που είναι το επουράνιο, ως Πλατυτέρα στην κόγχη του ιερού, γιατί για να περάσει η φύση μας από τα κατώτερα στα ανώτερα χρειάζεται γέφυρα μετάγουσα τους εκ γης προς ουρανόν. Να γιατί κάθε φορά που κοινωνούμε της μοιάζουμε, γιατί κι εμείς κυοφορούμε τον Ατίμητο.  
           Καλούμαστε να περάσουμε την Ερυθρά θάλασσα αυτής της ζωής κυνηγημένοι από τους κάθε μορφής Φαραώ, αισθητούς και νοητούς. Οι τρεις γνώμονες είναι οι βοηθοί μας, η πίστη στο Θεό, η υπακοή στο θέλημά Του και η προσήλωση στο στόχο της Βασιλείας Του. Αλλά χρειάζεται και ο κόπος μας. Η δική μας παρθενία, που δεν έχει να κάνει μόνο με την άσκηση που συμβάλλει στην σωματική καθαρότητα, αλλά ξεκινά από την διάθεση της ψυχής να δοθεί στο Θεό, αφήνοντας κατά μέρος κάθε λογισμό αυτοθεοποίησης, κατάκρισης των πάντων, πρόταξης του εγωκεντρικού θελήματος, απάρνησης της αγάπης. Και μπορεί αυτός ο δρόμος να φαίνεται ακατόρθωτος, καθώς διαλέγουμε ευκολότερα την υποταγή στο θάνατο, ο οποίος φαντάζει πανίσχυρος. Όμως η Παναγία μας δείχνει ότι νενίκηνται της φύσεως οι όροι. Και το ύδωρ μπορεί να διαιρεθεί. Αρκεί να παλεύουμε στο σπίτι της Παναγίας που είναι η Εκκλησία. Κι Εκείνη δεν θα μας εγκαταλείψει, μεσιτεύοντας στον Υιό και Θεό της.    

 Κέρκυρα, Δεκαπενταύγουστος 2013