4/3/13

ΧΑΙΡΕ ΚΥΟΦΟΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΟΝ ΠΛΑΝΩΜΕΝΟΙΣ, ΧΑΙΡΕ ΑΠΟΓΕΝΝΩΣΑ ΛΥΤΡΩΤΗΝ ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΙΣ

Οι άνθρωποι στη ζωή μας λειτουργούμε πολλές φορές σα να μην έχουμε προσανατολισμό και πυξίδα. Παραδομένοι στα βαρίδια κάθε λογής που αποτυπώνονται με τη φράση «μέριμνες», αισθανόμαστε ότι η ζωή είναι αυτή που μας καθοδηγεί σε δρόμους που μπορεί να μην μας δίνουν ευτυχία, αλλά που δεν μπορούμε να τους αλλάξουμε. Αισθανόμαστε ξαστοχισμένοι στην εργασία μας, στις σχέσεις μας με τους άλλους, ακόμη και τους οικείους μας, κυρίως όμως από την πορεία του κόσμου και του πολιτισμού, όπως επίσης και αιχμάλωτοι στον χρόνο και την πορεία του. Δεν είναι εύκολο να βρούμε την ψυχή μας, να ακούσουμε τον εσωτερικό μας κόσμο, τα σκιρτήματα της καρδιάς μας, παραδομένοι στο φέρον που μας φέρει. Έτσι, αιχμαλωτισμένοι στις μέριμνες, έρχονται στιγμές που νοσταλγούμε την λύτρωση και την καθοδήγηση ώστε να βρούμε νόημα στην πορεία μας και ελευθερία στην αιχμαλωσία μας στα κάθε είδους δεσμά.
                Η Εκκλησία μάς προβάλλει το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου ως εκείνη η οποία κυοφόρησε τον Οδηγό για όσους περιπλανώνται, τον Λυτρωτή για όσους είναι αιχμάλωτοι, δηλαδή τον Κύριό μας Ιησού Χριστού. Και βρήκε προσανατολισμό στη δική της ζωή η ίδια πρώτα, αλλά και βίωσε την λύτρωση στις δικές της αιχμαλωσίες και γι’ αυτό η σχέση της με το Χριστό αποτελεί πρότυπο και για τον καθέναν από μας.
                Η Παναγία νίκησε την αιχμαλωσία της ανθρώπινης φύσης στον ορθολογισμό και την σύγχυση που αυτός φέρνει. Η λογική και η σκέψη είναι δώρα του Θεού στον άνθρωπο, με τα οποία αυτός μπορεί να αναζητήσει αλήθειες στη ζωή του, να δημιουργήσει, να οργανώσει, να βρει προσανατολισμό σε ό,τι αφορά στην ζωή του. Όμως η λογική και η σκέψη δεν επαρκούν για να δώσουν απαντήσεις σε όλα τα  «γιατί;» της ζωής, όπως επίσης και να ερμηνεύσουν τα μετά την έξοδο του ανθρώπου από το χρόνο και τον κόσμο. Και εάν δεν υπάρχει αυτή η ερμηνεία, τότε κανείς δεν μπορεί να βρει λύτρωση στην αιχμαλωσία του από το θάνατο. Γι’ αυτό και η σχέση του ανθρώπου με το Χριστό αποτελεί την απάντηση που καθοδηγεί, τον δρόμο που λυτρώνει αληθινά. Γιατί δίνει στον καθένα την δυνατότητα να γνωρίσει όχι απλώς κάποιες αλήθειες για τη ζωή αλλά την ίδια την Αλήθεια που είναι ο Χριστός. Και όταν υπάρχει ο Χριστός εντός της ύπαρξης, ως προσευχή, ως κοινωνία, ως έμπνευση, ως η παρηγοριά στα άλυτα δια της λογικής μυστήρια και στα άπειρα «γιατί;», τότε ο  άνθρωπος δεν νιώθει μόνος και ανήμπορος έναντι του θανάτου, αλλά εμπιστεύεται και γνωρίζει να περιμένει την έκβαση της κυοφορίας που θα είναι η φανέρωση στην ίδια του τη ζωή του Λυτρωτή. Για να της δοθεί τότε νόημα και ελπίδα που υπερβαίνουν το «νυν».
                Η Παναγία νίκησε την αιχμαλωσία της ανθρώπινης  φύσης στα πάθη και τις επιθυμίες για ηδονή εν τω κόσμω και εν ταις αισθήσεσι. Όλη της η ζωή έγινε υπέρβαση της μέριμνας. Διατηρούσε εν τη καρδία της τα ρήματα των ανθρώπων που συνάντησε, αλλά πρωτίστως είχε εμπιστοσύνη στη χαρά της κοινωνίας με τον Υιό της. Αγαπούσε το παιδίον Ιησούν, αλλά παρέμεινε κοντά στον Υιό της όταν εκείνος ενηλικιώθηκε, μέχρι το τέλος της ζωής Του. Αυτό σημαίνει ότι έβαλε την σχέση μαζί Του και την χαρά που αυτή της έδινε πιο πάνω από κάθε επιθυμία, κάθε ενασχόληση που γίνεται πάθος, ακόμη και πιο πάνω από την καταξίωση και την αποδοχή της ιδίας ως «μακαρίας διότι υπήρξε η κοιλία η οποία Τον εβάστασε». «Ό,τι αν λέγη υμίν ποιήσατε», ήταν η ρήση της Παναγίας πρωτίστως στον εαυτό της και κατόπιν σε όλους. Έτσι η χαρά της ήταν κυρίως πνευματική. Το να ακολουθεί το θέλημα του Υιού της, αλλά και να βιώνει την φυσική Του παρουσία ήταν η ηδονή που πηγάζει από τη σχέση με τον Θεό. Και έτσι δεν έμεινε στις χαρές του κόσμου, αλλά ούτε και στις μέριμνες που την ίδια στιγμή φέρνουν και ηδονή και οδύνη.
                Η Παναγία νίκησε την αιχμαλωσία της ανθρώπινης φύσης στο παρόν της εποχής που έζησε, αλλά και στο κάθε παρόν. Συσστρατεύθηκε στην πνευματική ζωή, που υπερβαίνει τον χρόνο. Έθρεψε την ύπαρξή της με την προσευχή και το λόγο του Θεού εν τω ναώ. Έθρεψε την ύπαρξή της με την τροφή του Αγγέλου. Έθρεψε την ύπαρξή της με το νόημα της κοινωνίας με τον Υιό και Θεό της, βλέποντας την αποστολή της να μην περιορίζεται στο να είναι μητέρα ενός ανθρώπου, αλλά γενόμενη μητέρα του Θεανθρώπου να υιοθετήσει στην καρδιά της το να γίνει μητέρα όλων των ανθρώπων. Και καθώς η ίδια ελευθερώθηκε μέσα από τη σχέση με τον Υιό της έγινε η μορφή η οποία νικά το χρόνο, τις μέριμνες, το πρόσκαιρο. Κέντρο της ζωής ο Χριστός. Νοηματοδοτείται έτσι το σήμερά της, αλλά και γίνεται το σήμερα «αεί». Διότι αποτελεί είσοδο στη Βασιλεία του Θεού, που καθιστά τον άνθρωπο μεριμνώντα για την σωτηρία όλων, προσευχόμενο για την σωτηρία όλων, ευήκοο στα αιτήματα σωτηρίας όλων. 
                Αυτήν την αιχμαλωσία βιώνουμε σήμερα, λόγω του πολιτισμού και των προβλημάτων μας οι άνθρωποι. Αυτήν την απουσία γνήσιου προσανατολισμού διαπιστώνουμε στην κυριαρχία του ορθολογισμού, στην φιληδονία, στην μέριμνα του σήμερα. Η σχέση μας με το Χριστό, όπως μας την διδάσκει η Υπεραγία Θεοτόκος, αποτελεί άνοιγμα στον τρόπο ζωής της Εκκλησίας. Αποτελεί αλλαγή και μεταμόρφωση της καρδιάς μας, η οποία γνωρίζει την δύναμη του μυστηρίου της πίστης, ότι δεν είναι ο ορθός λόγος και η γνώση που δίνουν απαντήσεις στα πάντα, αλλά ο Χριστός που είναι η Αλήθεια μπορεί να μας βοηθήσει να απαντήσουμε στα δικά μας «γιατί;». Ότι δεν είναι οι ηδονές των αισθήσεων και του βίου  ο δρόμος της ευτυχίας, αλλά η υπακοή στο θέλημα του Θεού και η πνευματική χαρά. Ότι δεν είναι η παράδοση στην μέριμνα του «νυν» και του « σήμερα»   το νόημά μας, αλλά το άνοιγμα στο « αεί»  της αγάπης και της πρόνοιας του Θεού, που καταξιώνει κάθε κόπο μας και που μας ελεεί  αληθινά. Αυτό είναι και το νόημα μίας εκκλησιαστικής πρότασης όχι απλώς πυξίδας και προσανατολισμού στην κρίση του πολιτισμού μας, αλλά αληθινής λύτρωσης. Η προσευχή και η προσπάθεια μίμησης της Παναγίας μας μάς δείχνουν τον δρόμο. Επαφίεται στον καθέναν μας η ευθύνη και η χαρά να ακολουθήσουμε τον Λυτρωτή της και Λυτρωτή μας.

Κέρκυρα, 5 Απριλίου 2013