11/18/11

ΠΟΙΟ ΠΛΟΥΤΟ ΜΑΣ ΔΙΝΕΙ Ο ΘΕΟΣ;


«Πλούσιο», χαρακτηρίζει το Θεό ο Απόστολος Παύλος, γράφοντας στους Εφεσίους (2,4). Μας αφήνει έτσι το περιθώριο να συγκρίνουμε Τον Θεό και τον πλούτο Του με τον άνθρωπο και τον αντίστοιχο δικό του πλούτο, να δούμε τις διαφορές, αλλά και να προβληματιστούμε σε μία εποχή κατά την οποία η απληστία αποτελεί την κύρια αιτία για την κατάρρευση του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος από την μία και την απογοήτευση και το φόβο για το προσωπικό μας μέλλον από την άλλη.
Ο Παύλος τονίζει ότι ο Θεός είναι πλούσιος ως προς το έλεος, την αγάπη και την χάρη. Και ο πλούτος αυτός εκφράζεται στη σχέση του Θεού με τον άνθρωπο. Είναι πλούσιο το έλεος του Θεού απέναντι σ’ έναν άνθρωπο που επαναστατεί εναντίον Του με την αμαρτία, τα πάθη, την απιστία. Κι ενώ αυτό συμβαίνει ο Θεός επιδεικνύει ευσπλαχνία, που σημαίνει ότι δεν ταυτίζει το μέλλον του ανθρώπου με την ύβρη που επιδεικνύει, αλλά προσδοκά τη μετάνοια του υβριστή και αλαζόνα, ώστε να του παραγράψει όλα τα χρέη. Είναι πλούσια η αγάπη του Θεού απέναντι σ’ έναν άνθρωπο που πορεύεται ατομοκεντρικά, με γνώμονα τη δική του ευτυχία και αδιαφορεί για τον πόνο και τη θλίψη που προκαλεί η επιδίωξη του ιδίου συμφέροντος και μόνο στους άλλους. Κι ενώ η απληστία και η ιδιοτέλεια οδηγούν τον άνθρωπο στο θάνατο, ο Θεός προσφέρει αφειδώλευτα την αγάπη Του ακόμη και σ’ αυτόν τον ανθρώπινο τύπο. Του δίδει χρόνο να σωφρονιστεί. Τον αφήνει να δει καταστάσεις στη ζωή που θα τον κάνουν να συνειδητοποιήσει ότι το παν δεν είναι η υλική ιδιοτέλεια. Του παρέχει ακόμη και σημεία της ποικίλης αγάπης Του, ώστε ο άνθρωπος να μην έχει καμία δικαιολογία για την άρνησή του να προσανατολίσει τη ζωή του Θεοκεντρικά και ανθρωποκεντρικά. Του προσφέρει τελικά την Ανάσταση ως νόημα αιωνιότητας και ελπίδας. Είναι πλούσια η χάρις του Θεού απέναντι σ’ έναν άνθρωπο που καυχάται για τις επιτυχίες και τα κατορθώματά του σε όλους τους τομείς, που θεωρεί ότι έχει δίκιο στα έργα του, που δεν έχει μάθει να ακούει και να υπακούει στην αλήθεια, αλλά έχει καταστήσει τη δική του αλήθεια κέντρο του κόσμου. Κι ενώ ο εγωκεντρισμός και η κυριαρχία του ανθρώπινου αυτο-ειδώλου θα έπρεπε να κάνουν το Θεό να χάνει την υπομονή Του έναντι του ανθρώπου, ενώ η καύχησή μας για την όποια πρόοδό μας φαντάζει κίνηση μικρότητας, διότι τι έχουμε για το οποίο δικαιούμαστε να καυχόμαστε αφ’ εαυτού μας, αφού όλα μας έχουν δοθεί από το Θεό, εντούτοις ο Κύριος εξακολουθεί να μας προσφέρει την χάρη της αγάπης Του πλούσια, να μας φωτίζει και να μας καθοδηγεί, ώστε να μη χάνουμε τον προσανατολισμό μας, και να μας βοηθά να αντέχουμε στις δοκιμασίες της ζωής. Παράλληλα, ο Θεός αποστέλλει την χάρη Του με τέτοιο τρόπο ώστε ο άνθρωπος που πιστεύει σ’ Αυτόν να μπορεί να αξιοποιεί τα χαρίσματά του, αλλά και να προκόπτει στην αρετή, χάρις στην ενίσχυση του Θεού.
Ο ανθρώπινος πλούτος λειτουργεί προς μία άλλη κατεύθυνση. Κάνει τον άνθρωπο να γίνεται σκληρός εις βάρος των συνανθρώπων του. Να έχει αγάπη μόνο για τον εαυτό του, τις επιθυμίες του, την ιδιοτέλειά του. Κάνει τον άνθρωπο να θεοποιεί τον εαυτό του, τις επιτυχίες του, τα χαρίσματά του, τις γνώσεις του, ακόμη και τη σοφία του. Και αυτή η κατεύθυνση δεν έχει να κάνει μόνο με την υλική όψη του πλούτου, τα χρήματα. Ο πλούσιος σε εξουσία, ο πλούσιος σε γνώση, ο πλούσιος σε ιδέες, ο πλούσιος σε εγωισμό άνθρωπος προς τα εκεί κατευθύνεται, με αποτέλεσμα τελικά να χωρίζεται από το Θεό και τον πλησίον, αλλά και να μην μπορεί να νοήσει σε ποιανού τη βοήθεια και την πρόνοια οφείλεται η όποια πρόοδος ή η όποια ικανότητα για επιβίωση και αποδοχή.
Ο Θεός είναι πλούσιος διότι είναι το παν αφ’ εαυτού Του και μοιράζεται αυτό το παν που ουδέποτε εξαντλείται στην τριαδική κοινωνία των Προσώπων της μιας θεότητας. Παράλληλα, είναι πλούσιος διότι δίνεται και προσφέρεται αγαπητικά. Ο άνθρωπος βιώνει αυτόν τον πλούτο στη θεία κοινωνία. Κοινωνούμε σε ένα ψιχίο άρτου και σε μία στάλα οίνου τον Θεάνθρωπο Χριστό πλήρη, «μελιζόμενο και μη διαιρούμενο, εσθιόμενο και μηδέποτε δαπανώμενο». Στο μυστήριο της Ευχαριστίας βιώνουμε το έλεος, την αγάπη και τη χάρη του Θεού στην πληρότητά της. Και όπως λαμβάνουμε, καλούμαστε να δώσουμε και να δοθούμε. Να προσφέρουμε έλεος σε όσους μας οφείλουν. Να προσφέρουμε αγάπη σε όσους μας απορρίπτουν ή δεν θέλουν να μας δώσουν τίποτε. Να προσφέρουμε τα χαρίσματα, την πνευματική πρόοδο και την αρετή μας όχι προς κενοδοξία, αλλά προς πνευματική πρόοδο όλων.
Ο άνθρωπος αισθάνεται πλούσιος όταν αποθηκεύει, όταν έχει και κατέχει. Η ποσότητα των αγαθών του θεωρείται η απόδειξη του πλούτου του. Δεν μπορεί να συναισθανθεί ότι το αληθινό νόημα του πλούτου είναι να μπορεί κανείς να δίδει και όχι να κρατά. Γιατί όταν δίδει, τότε προσφέρει χαρά και στους άλλους και μοιράζεται ό,τι του δόθηκε, λαμβάνοντας και άλλα. Είναι γενναιόδωρος ο Θεός και προσφέρει με αφθονία σε όποιον μοιράζεται ό,τι και όσο είναι εφικτό. «Πλούσιοι επτώχευσαν και επείνασαν», άλλωστε. «Οι δε εκζητούντες τον Κύριον ουκ ελαττωθήσονται παντός αγαθού». Και όσοι εκζητούν τον Κύριο και Τον κοινωνούν, ουδέποτε θα στερηθούν νόημα, χαρά και αγάπη.
Η κρίση της εποχής μας απέδειξε πόσο μάταιη είναι η συσσώρευση πλούτου εις εαυτόν. Αλλά και όσοι αγωνίζονται να αυγατίσουν τον πλούτο τους εις βάρος των πολλών, γρήγορα θα καταπέσουν. Διότι όσο κι αν θέλουν να θεωρούν δικά τους τα αγαθά, είτε χρήμα, είτε εξουσία, είτε ιδέες, είτε απολαύσεις, θα νομίζουν αφρόνως ότι ξεγελούν τον θάνατο, χωρίς να ανακαινίζονται εν Χριστώ και χωρίς να βλέπουν το νόημα του αληθινού πλούτου, του ελέους δηλαδή, της αγάπης και της χάριτος που φέρνουν ανάσταση. Ας μην αποκάμουμε όσοι πιστεύουμε, όσο ισχυρή κι αν είναι η κρίση. Η πίστη, τα έργα της αγάπης και η χάρις του Θεού θα μας βοηθήσουν. Και θα είναι γεμάτη η ζωή μας, ώστε να μπορέσουμε να αντέξουμε κι αυτά που θα μας λείπουν. Αν τελικά μας λείπουν.

Κέρκυρα, 20 Νοεμβρίου 2011