9/9/11
ΣΤΑΥΡΟΣ: Η ΚΑΥΧΗΣΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ
Καθώς πλησιάζουμε στην εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, η Εκκλησία μάς προετοιμάζει για να ατενίσουμε τον Σταυρό του Κυρίου στην μέση του ναού και να οικειωθούμε τα μηνύματα που φέρει στον κόσμο. Τα μηνύματα αυτά μπορούμε να τα δούμε σε τρεις διαστάσεις: η πρώτη έχει να κάνει με το Θεό. Η δεύτερη με τον άνθρωπο. Η τρίτη με την καθημερινότητα. Οι διαστάσεις αυτές αποτυπώνονται στον λόγο του Αποστόλου Παύλου προς τους Γαλάτες: «εμοί δε μη γένοιτο καυχάσθαι ει μη εν τω σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δι’ ου εμοί κόσμος εσταύρωται καγώ τω κόσμω» (Γαλ. 6,14).
Ο Απόστολος των Εθνών λέει ότι δεν υπάρχει άλλη αφορμή σ’ αυτόν για να καυχιέται στη ζωή του, παρά μόνο ο Σταυρός του Κυρίου. Καυχιέται διότι πιστεύει και γνωρίζει τον Θεό που έγινε άνθρωπος, «εταπείνωσεν εαυτώ γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (Φιλιπ. 2,8) και ανακαίνισε τον κόσμο. Ζώντας σ’ ένα ειδωλολατρικό περιβάλλον από την μία πλευρά, που ήθελαν τους θεούς αθάνατους, παντοδύναμους, να ζούνε στο δικό τους κόσμο και η σχέση με τους ανθρώπους να είναι σχέση αφ’ υψηλού, θεούς που δεν προσλάμβαναν την ανθρώπινη σάρκα, αλλά μόνο μεταμορφώνονταν σε ανθρώπους κι αυτό πρόσκαιρα, και από την άλλη πλευρά, προερχόμενος από ένα ιουδαϊκό περιβάλλον, το οποίο ήθελε τον Θεό Παντοδύναμο Μεσσία, εκδικητή των συμφερόντων του περιούσιου λαού, προσκολλημένο στην επιλογή να έχει αποκλειστική σχέση με τον λαό αυτό, ο Παύλος διακηρύσσει την πίστη και την καύχησή του για έναν Θεό που παραιτείται της παντοδυναμίας του, δεν μεταμορφώνεται αλλά γίνεται άνθρωπος, παραιτείται ακόμη και της αθανασίας του και πεθαίνει και η πρόσκλησή του δεν είναι μόνο για έναν λαό, αλλά για την κάθε ανθρώπινη ύπαρξη, να κοινωνήσει μαζί Του στην κοινωνία της αιωνιότητας και της καινής κτίσης. Όλα αυτά συμπυκνώνονται στο ξύλο του Σταυρού. Ο Σταυρός αποκαλύπτει την αγάπη του Θεού, γιατί η μοναδική αιτία που έγιναν όλα αυτά είναι η αγάπη. Και ο Παύλος δεν καυχιέται ούτε για πλούτη, ούτε για δόξα, ούτε για γνώσεις, ούτε για καταγωγή, αλλά μόνο γιατί πιστεύει σ’ έναν Θεό που αγαπά.
Ο Παύλος όμως στρέφεται και προς τον ίδιο τον άνθρωπο, ξεκινώντας από τον εαυτό του. Τονίζει ότι πάνω στο σταυρό του Χριστού πέθανε ο κόσμος γι’ αυτόν και εκείνος για τον κόσμο. Πάνω στο σταυρό πέθανε το νόημα του κόσμου, όπως το είχε μάθει και το είχε ζήσει. Πέθανε ο κόσμος των ειδώλων, αλλά και ο κόσμος ενός Θεού που εγκλωβίζεται στην αποκλειστική σχέση με έναν λαό. Πέθανε ο κόσμος που υπάρχει για την επιβίωση. Πέθανε ο κόσμος που ζητά δύναμη και εξουσία. Πέθανε ο κόσμος που είναι παραδομένος στην φιληδονία, ο κόσμος της φιλαυτίας και της φιλοδοξίας. Πέθανε ο κόσμος της αμαρτίας, δηλαδή του χωρισμού από τον Θεό. Την ίδια στιγμή όμως πέθανε και εκείνος για έναν τέτοιο κόσμο. Πάνω στο σταυρό του Κυρίου σταύρωσε και θανάτωσε και ο ίδιος την έγνοια για τον εαυτό του. Την έγνοια για την επιβίωσή του, για την προσωπική του δόξα και θαλπωρή. Σταύρωσε την σταθερή ζωή, το πρόγραμμα, την ξεκούρασή του. Σταύρωσε τελικά το δικαίωμα να ζήσει και να απολαύσει, ακόμη και τους καρπούς του κηρύγματός του, την αποδοχή από τους ανθρώπους, την εμπιστοσύνη τους. Στο νου και την καρδιά του Παύλου ο αληθινός χριστιανός δεν θα μπορούσε να είναι «μείζων του Κυρίου αυτού» (Ιωάν. 13, 16). Αυτό σημαίνει ότι μόνο η αγάπη θα μπορούσε να είναι η αφορμή για την καύχησή του. Ο Παύλος μπορεί να καυχιέται γιατί αγωνίζεται να αγαπά.
Οι λόγοι του Παύλου έχουν δύο διαστάσεις για την δική μας καθημερινότητα: η πρώτη οντολογική και η δεύτερη πρακτική. Χρειάζεται να συνειδητοποιήσουμε ότι η καύχησή μας ως χριστιανών είναι γιατί ο Θεός αγαπά κι εμάς και τον κόσμο μας και αυτή είναι η ειδοποιός διαφορά της πίστης μας από κάθε άλλη θρησκευτικότητα. Χρειάζεται όμως να αποδεχθούμε ότι η αποστολή μας σ’ αυτόν τον κόσμο είναι να αγωνιζόμαστε να αγαπούμε. Μέσα από την αγάπη νικούμε την αμαρτία. Μέσα από την αγάπη παλεύουμε με τις δυνάμεις του κοσμοκράτορος του αιώνος τούτου που συσστρατεύονται εναντίον κάθε ανθρώπινης ύπαρξης, χρησιμοποιώντας τα δοχεία της αμαρτίας: λογισμούς, εμπάθειες, θλίψεις, τους άλλους ανθρώπους, τον ανθρώπινο εαυτό, τον πολιτισμό, τον τρόπο ζωής, κάθε στιγμή και διάσταση, ακόμη και τον ίδιο τον χρόνο μας, για να μας απομακρύνουν από την αγάπη. Η αγάπη εκφράζεται δια του σταυρού και αυτή η οντολογική παραδοχή μετουσιώνεται σε πράξη στη ζωή μας. Όπως ο καθένας μπορεί και με κάθε δυνατό τρόπο. Από την στροφή στον εαυτό μας και τον ασκητικό αγώνα για σταύρωση των παθών και νέκρωση ως προς τις ηδονές του βίου, μέχρι το άνοιγμα για τον κόσμο όπως αυτό εκφράζεται δια της προσευχής για όλους τους ανθρώπους, την περίθαλψη όλων, την προσφορά τόσο του λόγου του Θεού όσο και της υλικής ελεημοσύνης, την επιλογή να προσφέρουμε ο καθένας από το υστέρημά του. Γιατί εκεί είναι η μεγαλύτερη απόδειξης της οντολογικής αποδοχής του σταυρού: το να ζούμε και να προσφέρουμε από αυτό στο οποίο υστερούμε. Στον Θεό την αμαρτία μας, για να την αντικαταστήσει με την χαρά της αγάπης και της ελευθερίας που μας λείπουν. Στον άνθρωπο τα λίγα ή τα πολλά αγαθά μας, υλικά και πνευματικά, για να λάβουμε την χαρά του δοσίματος. Και αυτή η προσφορά του υστερήματός μας, όσο σταυρό κι αν φέρει, ας είναι και η δική μας καύχηση.
Κέρκυρα, 11 Σεπτεμβρίου 2011