3/17/11

ΧΑΙΡΕ ΑΣΤΕΡΟΣ ΑΔΥΤΟΥ ΜΗΤΗΡ, ΧΑΙΡΕ ΑΥΓΗ ΜΥΣΤΙΚΗΣ ΗΜΕΡΑΣ


Όλοι μας έχουμε στη ζωή ανάγκη του φωτός. Το φως που φωτίζει και μας κάνει να βλέπουμε τον κόσμο, το φως που θερμαίνει, ιδίως στο κρύο και στο σκοτάδι, το φως που μας κάνει να χαιρόμαστε εσωτερικά και να έχουμε ελπίδα. Η απουσία του φωτός αποτελεί για τον κόσμο το σκοτάδι. Όμως, εάν πιστεύουμε στο Θεό, γνωρίζουμε πως ο Θεός «την σελήνην και τους αστέρας εποίησεν εις εξουσίαν της νυκτός». Ακόμη δηλαδή και όταν ο ήλιος δύει, όταν το φως απομακρύνεται από τον κόσμο, ο Θεός εποίησε παρηγορία για τον άνθρωπο, την σελήνη και τα άστρα, ώστε κάθε στιγμή του χρόνου ο άνθρωπος να βρίσκει έστω και λίγο από το φως που χρειάζεται. Αρκεί να μπορεί να κοιτάζει προς τον ουρανό. Γιατί από εκεί πηγάζει το φως. Από τον Δημιουργό, συντηρητή και αγαπώντα τον κόσμο που έπλασε.
Το φως λοιπόν είναι συνδεδεμένο με τον χρόνο. Εκτός από τους περιοδικούς κύκλους που έχουν να κάνουν με τον ήλιο, την ημέρα και την νύκτα, η ζωή του καθενός ανθρώπου, όπως διατρέχει τον χρόνο (κι αυτός αποτέλεσμα οντολογικό του φωτός, «και είπεν ο Θεός . γενηθήτω φως . και εγένετο φως»-η γέννηση του φωτός ταυτίζεται με την αρχή του χρόνου), έχει στιγμές φωτός και στιγμές απουσίας του. Το φως το ταυτίζουμε οι άνθρωποι με πρόσωπα τα οποία μας προσφέρουν χαρά, ελπίδα και νόημα, δηλαδή αγάπη. Το φως το ταυτίζουμε με δικές μας χαρές, μικρότερες ή μεγαλύτερες. Το ταυτίζουμε με επιλογές, οι οποίες στη ζωή μας μάς κάνουν να θεωρούμαστε επιτυχημένοι. Το ταυτίζουμε με την ικανοποίηση των υλικών αναγκών μας. Με την ικανοποίηση, ακόμη, των εσωτερικών αναγκών μας για καταξίωση, μοίρασμα, ικανοποίηση.
Υπάρχει όμως και μία άλλη διάσταση, που έχει να κάνει με το φως. Ο άνθρωπος, μέσα στο χρόνο του, έχει κυρίως να παλέψει με τον εαυτό του και τον κόσμο στον οποίο ζει, όταν το φως απουσιάζει ή κρύβεται. Καλείται να γίνει συνδημιουργός του Θεού και να «γεννήσει φως», τόσο για τον εαυτό του, όσο και για τον κόσμο. Και για να γίνει αυτό, χρειάζεται να θυμηθεί εκείνες τις πρώτες στιγμές που ο ίδιος ο κόσμος δημιουργήθηκε. «Η δε γη ην αόρατος και ακατασκεύαστος». Ο εαυτός μας, όταν δεν έχει σχέση με το Θεό και τον λόγο Του, είναι «αόρατος και ακατασκεύαστος». Βρίσκεται σε σύγχυση ή άγεται και φέρεται από τον εξωτερικό κόσμο, από την νοοτροπία του πολιτισμού, από την επιδίωξη της φιληδονίας, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να βρει νόημα.
«Άστραψε φως και γνώρισε ο νιός τον εαυτό του», μας λέει ο εθνικός μας ποιητής. (Δ. Σολωμός). Το φως έχει να κάνει με τον λόγο του Θεού. Έχει να κάνει με την ίδια την παρουσία του Χριστού στη ζωή μας. Κι αυτή η παρουσία ξεκαθαρίζει την ύπαρξή μας, μας δίνει προοπτική στο πώς θα δούμε τις αληθινές πτυχές και την πορεία του εαυτού μας, μάς κάνει να βλέπουμε πώς μπορούμε να έχουμε αληθινή χαρά, κι αυτή δεν έρχεται αν δεν κατοικεί ο Χριστός στην καρδιά μας.
Γιατί ο Χριστός είναι ο «άδυτος αστήρ». Δεν δύει το φως που πηγάζει από Εκείνον, γιατί «Φως ο Πατήρ, φως ο Λόγος, φως και το Άγιον Πνεύμα». Το φως είναι ο τρόπος με τον οποίο ενεργεί ο Κύριός μας. Και το φως ουδέποτε δύει. Απουσιάζει μόνο όταν ο άνθρωπος το αποδιώχνει. Γιατί ο χρόνος, με την παρουσία του Χριστού, αποκτά και μια δεύτερη διάσταση: την πνευματική. Και αυτή η διάσταση συνδέεται με την ελεύθερη επιλογή του καθενός μας. Θέλουμε να φωτιστούμε; Αν ναι, τότε η ύπαρξή μας δέχεται τον Χριστό και φωτίζεται, εμβάλλοντας τον εαυτό της στην πνευματική προοπτική του φωτός. Και ενεργεί το φως μέσα μας. Και φαίνεται αυτή η ενέργεια στη λάμψη του προσώπου μας. Στη χαρά που προσφέρουμε στους ανθρώπους. Στην αγάπη, που μας κάνει να υπερβαίνουμε το «εγώ» μας. Στην γαλήνη που ο άλλος αισθάνεται δίπλα μας. Στην εμπιστοσύνη που βιώνει, ότι ο δρόμος μας είναι δρόμος Θεού. Στην δυναμική θεώρηση του κόσμου που μας κάνει να τον βλέπουμε στην προοπτική της αιωνιότητας.
Ο Χριστός είναι η «μυστική ημέρα». Κοντά Του γεννιέται αυτός ο νέος τρόπος θέασης του χρόνου. Δεν υπάρχω μόνο για το «νυν». Για το «εδώ και τώρα». Δεν υπάρχω μόνο για τον εαυτό μου. Φωτιζόμενος, φωτίζω. Παλεύω εναντίον των παθών μου. Αγωνίζομαι δηλαδή να καθαριστώ, να αποτινάξω το σκοτάδι και την αχλύ που φέρνει η παράβαση της εντολής του Θεού να αξιοποιώ την ελευθερία μου όχι για να γίνομαι από μόνος μου θεός, αλλά για να χαίρομαι την παρουσία του ίδιου του Θεού που με θεοποιεί. Δεν βλέπω τον χρόνο κυκλικά. Ότι δηλαδή είμαι ένας άνθρωπος, όπως όλοι οι άλλοι, που πρέπει να εκμεταλλευτώ τις περιστάσεις της ζωής για να ζήσω καλά, γιατί «μια ζωή την έχω» και γιατί «μοίρα μου είναι ο θάνατος». Βλέπω τη ζωή γραμμικά. Ότι κάθε στιγμή που μου δίδεται, είναι «καιρός», ευκαιρία να προοδεύσω πνευματικά, να αυξηθώ στην αγάπη, να μοιραστώ με τους άλλους το περίσσευμα ή το υστέρημά μου, να χαρώ με τη χαρά τους και να λυπηθώ με τη λύπη τους, να ζήσω την Βασιλεία του Θεού εν μετανοία και να γνωρίζω ότι «μία η ζωή», αλλά «η μοίρα μου είναι η ανάσταση» και αυτήν προσπαθώ να βιώσω. Και τότε η ζωή μου γίνεται η αρχή της μυστικής αυτής ημέρας της ανάστασης.
Καθώς κάθε Παρασκευή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής η Εκκλησία μάς δείχνει την μορφή της Υπεραγίας Θεοτόκου, αξίζει να θυμόμαστε τούτο: ότι η Παναγία έγινε η μητέρα του «αδύτου αστέρος». Ότι έγινε η «αυγή της μυστικής ημέρας». Κατάφερε δηλαδή, πρώτη από όλους τους ανθρώπους, να εισέλθει σ’ αυτή την νέα ανάγνωση του χρόνου και να την βιώσει. Να φωτισθεί από την παρουσία του Θεού. Να συνεργήσει με την ελευθερία της στην αποδοχή του θελήματός Του. Και να καταστήσει τον εαυτό της πρώτο μάρτυρα αυτής της νέας ημέρας της αναστάσεως. Στο πρόσωπό της ο χρόνος έπαψε να είναι μόνο υλικός. Έγινε και πνευματικός. Όχι πρόσκαιρα, όπως στους προφήτες και τους δικαίους της Παλαιάς Διαθήκης. Όπως στον καθέναν από εμάς. Αλλά αιώνια. Η Παναγία σχετίσθηκε με το Φως που είναι ο Χριστός και στη σάρκα και στην ψυχή. Και όταν έφθασε η ώρα να χωριστεί το σώμα από την ψυχή, η ώρα του θανάτου, πρώτη από τους ανθρώπους γεύτηκε με την μετάστασή της στους ουρανούς, την αιωνιότητα στην οποία μας εισάγει ο πνευματικός χρόνος. Την παρουσία του ανθρώπου ψυχή και σώματι στα δεξιά του Θεού.
Ο καθένας από εμάς καλείται μέσα στην στάση της Σαρακοστής να δει τον εαυτό του και να εκζητήσει τον φωτισμό από τον Θεό. Να προσφέρει την ελευθερία του. Να μην νικηθεί από τα πάθη του και να μην τα βάζει πιο ψηλά από την σχέση με τον άδυτο αστέρα Χριστό. Και να εκζητήσει, με την προσευχή του στην Υπεραγία Θεοτόκο, την βοήθεια και την ευλογία να δει τον χρόνο μέσα από την θέαση της μυστικής ημέρας. Με την πίστη στην Ανάσταση. Με την μεταμόρφωση του εαυτού μας. Με την πνευματικότητα. Με την μίμηση των αγίων, που αποτελούν τους συνεχιστές της Παναγίας. Και να γίνει ο ίδιος άγιος, δηλαδή τέκνον φωτός που βλέπει την μυστική ημέρα στη ζωή της Εκκλησίας. Κι ας λυσσομανά το σκότος. Μόνο η απουσία του φωτός είναι. Ουδόλως μπορεί να βλάψει τον πιστεύοντα.

Κέρκυρα, 18 Μαρτίου 2011