4/24/25

ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΑΡΑΠΟΣΤΟΛΗΣ, “ΟΤΑΝ Η ΓΝΩΣΗ ΕΙΝΑΙ ΖΩΗ”

 


ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΣΑΜΕ 162- ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΑΡΑΠΟΣΤΟΛΗΣ, “ΟΤΑΝ Η ΓΝΩΣΗ ΕΙΝΑΙ ΖΩΗ”, εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ

Ο Βασίλης Καραποστόλης, ομότιμος καθηγητής Πολιτισμού και Επικοινωνίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, είναι ένας από τους λίγους διανοουμένους της εποχής μας ο οποίος αναφέρεται στην πραγματικότητα με όρους ήθους. Δεν κάνει ηθικολογία. Βλέπει τη ζωή και τις προοπτικές της στα πλαίσια της γνώσης της αλήθειας, η οποία καθιστά τον άνθρωπο όχι μόνο χρήσιμο στη ζωή, αλλά ενεργό μέλος μιας κοινωνίας της συλλογικότητας και του “εμείς”. Δεν διστάζει να ασχοληθεί και με θέματα της τρέχουσας επικαιρότητας, όπως είναι τα Τέμπη και οι πυρκαγιές, μόνο που η έγνοια του είναι πώς οι νέοι άνθρωποι θα πάρουν τη ζωή στα χέρια τους, όχι με τον λαϊκισμό ότι το μέλλον τους ανήκει και δικαιούνται να κάνουν ό,τι θέλουν, αλλά με την προτροπή να παλέψουν ενεργοποιώντας τα χαρίσματά τους, ώστε να οικοδομήσουν το μέλλον! Το πλαίσιο αυτό διαφαίνεται ξεκάθαρα στο τελευταίο βιβλίο του “Όταν η γνώση είναι ζωή”, που κυκλοφορείται από τις εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ, όπου προτρέπει τη νέα γενιά και, κατ’ επέκτασιν, τον καθένα μας να υπερβεί την παθητικότητα της αναμονής, όσο κι αν αυτή οφείλεται και στις συνθήκες με τις οποίες η πολιτεία μάς αντιμετωπίζει, χωρίς να ζητά την ενεργοποίησή μας, και να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας.
    “Κάθε γενιά οφείλει να δώσει τη δική της απάντηση σε βασικά ζητήματα που βασάνισαν τις προηγούμενες γενιές. Αναξιοκρατία, ευνοιοκρατία, κομματισμός, πάντα τα ίδια αγκάθια, οι ίδιες πληγές. Είναι άραγε υπερβολικό να καλούμε τις νέες γενιές να ξεριζώσουν τα αγκάθια; Το πρόβλημα έχει δύο όψεις. Η μια αφορά τις ικανότητες των νεότερων και η άλλη τη θέλησή τους. Βέβαιο είναι ότι οι ικανότητες δεν τους λείπουν. Τα πτυχία, τα μεταπτυχιακά διπλώματα, οι δεξιότητες, η γλωσσομάθεια αυξάνονται, σωρεύονται. Μέχρι το σημείο να πιέζουν εσωτερικά τους κατόχους τους. Μια φωνή μέσα τους ξεσπά: ,,δώστε μας , επιτέλους, διέξοδο!,,Αλλά τι συμβαίνει; Συμβαίνει στις μέρες μας οι νεότεροι να έχουν όλα τα προσόντα εκτός από το προσόν να τα βάλουν στην πράξη” (σ. 55). Για να μπούνε όμως τα προσόντα σε πράξη, χρειάζεται ωρίμανση. Κι αυτή έρχεται μέσα από μία διαφορετική παιδεία και μέσα από μία άλλη αποφασιστικότητα, στην οποία πρωταγωνιστικό ρόλο καλείται να διαδραματίσει ο καθένας μας.
    Σε ένα εξαιρετικό κείμενο ο Καρασποστόλης διαπιστώνει το ότι η ελληνική οικογένεια βρίσκεται σε παραίτηση. Αυτό έρχεται ως συνέπεια ενός φόβου οι γονείς να αναλάβουν την ευθύνη για τα παιδιά τους, να αποδεχτούν τον τίτλο του καθοδηγητή, κάτι που το παιδί το αντιλαμβάνεται και εύκολα πέφτει στον πειρασμό να αυτοδικαιώνεται. Την ίδια στιγμή, οι γονείς δεν θέλουν να εμπιστευθούν το σχολείο, ενώ απαιτούν από αυτό την καθοδήγηση για τα παιδιά τους. Όμως καθοδήγηση χωρίς συνέπεια, χωρίς όρια, χωρίς τιμωρία αν χρειαστεί, δεν μπορεί να υπάρξει. Κι εδώ οι γονείς αισθάνονται την ανάγκη να υπερασπιστούν το παιδί τους που ποτέ δεν φταίει, προσπαθώντας έτσι να συγκυβερνήσουν στο σχολείο, κάτι που είναι καταστροφικό και οδηγεί σε συγκρούσεις. Τότε “τι να διδαχθούν τα ανήλικα βλέποντας τη διαμάχη ανάμεσα στις δύο μεγάλες ενήλικες δυνάμεις που τα επιβλέπουν; Μάλλον θα αισθανθούν πως στη χώρα αυτή έχεις το ελεύθερο να μη μεγαλώσεις ποτέ” (σ.22).
    Για τον συγγραφέα, για να φτάσουμε να γίνουμε ενεργά μέλη της κοινωνίας, χρειάζεται να μάθουμε και να αισθανόμαστε την ανάγκη να γίνουμε χρήσιμοι: “Στο τέλος του μυθιστορήματος ,,Το πορτρέτο του καλλιτέχνη,, ο Τζαίημς Τζόυς βάζει τον νεαρό ήρωά του, τον Στήβεν, να συνοψίζει όλη του τη φιλοδοξία και τα όνειρά του σε μία φράση. Δεν ποθεί να γίνει οπωσδήποτε κάποιος σπουδαίος, ένας επιφανής. Εύχεται απλώς να γίνει χρήσιμος. Το λέει μέσα του και το καταλαβαίνει πως σ’ αυτή τη λέξη - ,,χρήσιμος,,- περιέχεται το μεγαλύτερο στοίχημα που μπορεί κάποιος να βάλει με τη ζωή. Αν μιλήσουν έτσι στον εαυτό τους αρκετοί νέοι, το μέλλον όλων μας θα είναι καλύτερο” (σ. 181). Μπορεί η χρησιμότητα να μην είναι το στοιχείο που χαρακτηρίζει τον πλήρως ελεύθερο άνθρωπο, κατά την φιλοσοφία των αρχαίων, όμως σε μια εποχή στην οποία η στόχευση είναι η αναγνωρισιμότητα, η δημοσιότητα, το “φαίνεσθαι”, και τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης κάνουν τον νέο να ασχολείται όλη την ημέρα με το εγώ του, την εμφάνισή του, το σώμα του, την άκοπη ή επιφανειακή αποδοχή του από τους άλλους, το να εμφυσήσουμε στη νέα γενιά την αξία της χρησιμότητας είναι μία σπουδαία αλλαγή και πρόοδος, καθότι πλέον ο νέος θα αισθάνεται ότι συμμετέχει στη ζωή, ότι μπορεί και πρέπει να γίνει “υπερασπιστής του κοινού καλού” (σ.45) και “να αγαπήσει τον τόπο του αφού τον γνωρίσει” (σ. 47).
    Όλο αυτό το πλαίσιο προϋποθέτει μία άλλη θέαση στην εκπαίδευση. “Ο άνθρωπος δεν είναι καταδικασμένος σε ολοσχερή αφανισμό, εάν η ψυχή και ο νους του πειθαρχήσουν σε ορισμένους κανόνες, εάν δεχθούν να υποβληθούν σε μια ειδική αγωγή. Είναι μια άλλη πρόταση αυτή, που ξενίζει και ενοχλεί τις συνήθειες του καιρού μας. Τι πάει να πει αγωγή; Τι πάει να πει πειθάρχηση; Απέναντι σ’ αυτές τις έννοιες ο σύγχρονος πολιτισμός ορθώνει στα γρήγορα τα ερωτήματά του και αμέσως μετά τα αποσύρει, γιατί βιάζεται να δώσει ο ίδιος την απάντηση: δεν έχει νόημα γι’ αυτόν να αποδυθεί κανείς σε μια προσπάθεια μεταμόρφωσης του εαυτού του, δεδομένου ότι κάτι τέτοιο απαιτεί, οπωσδήποτε, αρκετό χρόνο και κόπο. Ο μεν χρόνος πνίγεται μες στο αβέβαιο, ο δε κόπος θυμίζει παλιά και αφόρητα βάρη. Ούτε προς τα εμπρός ενθαρρύνεται να κατευθυνθεί ο άνθρωπος ούτε να επανασυνδεθεί με όσα ζωτικά και χρήσιμα του παραδίδει το παρελθόν. Έτσι, μοιραία, απομένει η καταφυγή στο παρόν σαν μια επιχείρηση που λέει ναι στο ,,εδώ και τώρα,,, επειδή το να πει ναι στο ,,αλλού’’, στο ,,μετά’’,, ή και στο ,,πάντα’’, θα έβαζε τον καθένα σε πολλές σκοτούρες. Θα έπρεπε να αναρωτηθεί όχι για το πώς γίνεται το ένα ή το άλλο πράγμα, αλλά για το τι είναι το ένα ή το άλλο, και επίσης για το ποιος είναι ο άνθρωπος που θέλει να γνωρίσει και να πράξει” (σσ. 222-223). Για τον συγγραφέα η εκπαίδευση χρειάζεται εκπαιδευτικούς και σύστημα που θα στηρίζονται στην προοπτική ότι στο σχολείο παρέχεται αγωγή, δηλαδή ο μαθητής δεν θεωρείται προσωπικότητα που είναι διαμορφωμένη, αλλά επιδέχεται καθοδήγησης, δηλαδή υπόκειται σε ηγεσία και δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως ίσος προς ίσον. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει ακόμη όρια, κανόνες, πειθαρχία. Προφανώς και αυτά δεν μπορεί να είναι η βία, ο αυταρχισμός και η απόρριψη της διαφορετικής γνώμης. Η άρνηση του σεβασμού και της ιεραρχίας, όπως επίσης και της αυθεντίας του δασκάλου ως ηγέτη, ως οδηγού στη γνώση και στην καλλιέργεια του ήθους της ψυχής του μαθητή όμως είναι προαπαιτούμενα για να αλλάξει ο τρόπος λειτουργίας του σχολείου και ο προσανατολισμός του όχι ως βάση για την επαγγελματική αποκατάσταση του μαθητή, αλλά για την καλλιέργεια του ήθους του πολίτη και του ανθρώπου που θα κάνει τη γνώση ζωή.
    Και θα συμπληρώσει κάτι σημαντικό ο συγγραφέας: “Μπορούμε να πούμε πως στον πυρήνα της αρχαίας ελληνικής βιοθεωρίας βρίσκεται η απόφανση του Αριστοτέλη ότι το εἰδέναι, η απόκτηση δηλαδή γνώσης, είναι αντικείμενο μιας φυσικής όρεξης. Ίδιον του ανθρώπου είναι να πλησιάζει με όρεξη αυτό που αντίκρυ του στέκει αινιγματικό  και προκλητικό. Διαισθάνεται, ωστόσο, ότι, αν και κλειστό έως τότε μέσα στον εαυτό του, το αντικείμενο της νόησής του είναι κατ’ αρχάς προσπελάσιμο. Γι’ αυτό εκδηλώνεται η όρεξη. Γιατί είναι σαν το άγνωστο να προκαλεί τον άνθρωπο να αποδείξει τις δυνάμεις του. Την ευκαιρία και τη διέγερση αυτή την παρέχει κατεξοχήν η κλασική παιδεία. Στο πεδίο της το στοίχημα που τίθεται είναι πολύ πιο βαθύ, από υπαρξιακή άποψη, απ’ ό,τι στις θετικές επιστήμες. Ελέγχεται εδώ όχι το πόσο επαρκής είναι η γνώση ενός αντικειμένου, αλλά κυρίως το τι αποκαλύπτεται με τη γνωστική προσπάθεια σχετικά με το ποιον του υποκειμένου” (σ.223). Αν υπάρχει η όρεξη για γνώση, ξεκινά η αυτοδιάπλαση. Ο άνθρωπος, που είναι το υποκείμενο, δεν μαθαίνει το τι για να βρει δουλειά ή για να πάρει βαθμούς ή για να περάσει στο πανεπιστήμιο ή για να αναγνωριστεί η αξία του, αλλά για να μορφώσει τον εαυτό του, τον χαρακτήρα του, να βρει το νόημα της ζωής. Γι’ αυτό και είναι τελικά εσφαλμένη η αντίληψη πολλών ότι η κλασική παιδεία είναι νεκρή και άχρηστη. Όσο υπάρχει ανάγκη για άνθρωπο με ήθος, επομένως για άνθρωπο που θα προσφέρει στο σύνολο, θα δίνει και θα παίρνει, η γνώση είναι ζωή και δίνει ζωή.
    Υπάρχει ένα τελικό ερώτημα: καλά όλα αυτά, αλλά σήμερα ο κόσμος πορεύεται αλλιώς. Υπάρχει, κατά τη γνώμη μας, ένα κλειδί: είμαστε ελεύθεροι σήμερα να πορευτούμε κατά τη δική μας προοπτική, να μην απορροφηθούμε από τον θόρυβο του πολιτισμού μας, αλλά να ακούσουμε τη συνείδησή μας, να παλέψουμε επιμελούμενοι τον εαυτό μας, αρνούμενοι να είμαστε όπως οι πολλοί, εάν δεν μας εκφράζει. Κι εδώ η ευθύνη του δασκάλου είναι μεγάλη. Δεν είναι αρκετή η γνώση ενός αντικειμένου, αν ο δάσκαλος δεν ζητά να μεταλαμπαδεύσει ζωή. Αντίστοιχες είναι οι προοπτικές για τους γονείς, τους πολιτικούς, τους εκκλησιαστικούς, όσοι έχουν κληθεί να παρέχουν αγωγή. Ο καθένας ας προβληματιστεί.

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Νια Πέμπτη 24 Απριλίου 2025