9/28/24

ΣΤΗ ΛΥΠΗ ΜΟΥ ΝΑ ΜΗΝ ΚΑΝΩ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ ΛΥΠΗΜΕΝΟΥΣ 


«Ἔκρινα δὲ ἐμαυτῷ τοῦτο, τὸ μὴ πάλιν ἐν λύπῃ ἐλθεῖν πρὸς ὑμᾶς»  
(Β’ Κορ. 2,1).

«Γιατί αποφάσισα για τον εαυτό μου αυτό: το να μην έρθω πάλι με λύπη προς εσάς». 

            Μία πολύ δυνατή συναισθηματική εικόνα περιγράφει ο απόστολος Παύλος στην αρχή της Β’ προς Κορινθίους επιστολή του. Γράφει το εκτενές αυτό γράμμα διότι δεν θέλει να επισκεφθεί διά ζώσης την Κόρινθο, καθώς αισθάνεται λύπη στην καρδιά για τους ανθρώπους της, για τους πιστούς της Εκκλησίας, οι οποίοι άφησαν ιουδαΐζοντες χριστιανούς να έρθουν στην πόλη, να συκοφαντήσουν τον Απόστολο για το έργο της σωτηρίας των ανθρώπων και να διασπείρουν ψεύδη για το αν έπρεπε να θεωρεί τον εαυτό του απόστολο ή όχι. Ο Παύλος έχει λυπηθεί κατά άνθρωπον, όχι τόσο για τους συκοφάντες, όσο για τα παιδιά του, αυτούς που γέννησε εν Χριστώ και οι οποίοι ελαφρά τη καρδία ή και με μια υπόκωφη ευχαρίστηση άκουγαν κατηγορίες εναντίον του πνευματικού τους πατέρα. Και έτσι, παίρνει μια απόφαση. Επειδή είναι λυπημένος μαζί τους, να μην πάει να τους δει κατά πρόσωπον, αλλά να τους στείλει μία επιστολή, στην οποία και θα απαντήσει στις συκοφαντίες, αλλά και θα τους νουθετήσει πνευματικά, δείχνοντάς τους τη σημασία τού να είναι ευγνώμονες και μιμητές εκείνου που του οδήγησε στη ζωή της πίστης και της αγάπης προς τον Χριστό.

            Αξίζει να σταθούμε στο κίνητρο του αποστόλου Παύλου. Ο Παύλος λυπάται κατά άνθρωπον. Αυτό είναι μία υπόμνηση σε όλους τους χριστιανούς, που συχνά έχουμε την ψευδαίσθηση πως η δύναμη της πίστης πρέπει να  μας κάνει ατάραχους, απαθείς, άλυπους ανθρώπους και ότι δεν πειράζει ό,τι κι αν συμβεί, όποια συκοφαντία κι αν υποστούμε, όποια απόρριψη και μάλιστα από τους οικείους μας, στην προοπτική του «και τι να κάνουμε;». Ο Χριστός λυπήθηκε για τους ανθρώπους. Είναι συγκλονιστική η σκηνή, όταν πηγαίνει προς τον Γολγοθά και γυρίζει προς τις γυναίκες που τον θρηνούσαν χτυπώντας τα στήθη τους, να Τον βλέπουμε να λέει προς εκείνες ότι «κλάψτε μάλλον για τον εαυτό σας και για τα παιδιά σας» (Λουκ. 23, 26), γιατί θα έρχονταν πολύ δύσκολες ημέρες για την Ιερουσαλήμ. Τον βλέπουμε να σπλαχνίζεται τη χήρα μάνα της Ναΐν.  Τον βλέπουμε να λυπάται για τον σταυρό και τον θάνατο στον κήπο της Γεθσημανή. Επομένως, η λύπη είναι ανθρώπινη κατάσταση και κανείς δεν χρειάζεται να θεωρεί τον εαυτό του υπεράνω αυτής.

            Όμως ο απόστολος Παύλος μας υποδεικνύει έναν τρόπο διαχείρισης της λύπης, ώστε στη λύπη μας να μην κάνουμε τους άλλους λυπημένους, καθώς είναι εύκολο να τους φερθούμε άσχημα, αν τους μιλήσουμε απότομα, να μας δούνε λυπημένους και να στενοχωρηθούν περισσότερο ή να καλλιεργηθεί η χαιρεκακία τους, καθώς θα νιώθουν ότι έχουν εξουσία επάνω μας, παίζοντας με τα συναισθήματά μας ή μεγεθύνοντας μικρότερα ή μεγαλύτερά μας λάθη για να δικαιώσουν τους εαυτούς τους. «Να μην πορευόμαστε με λύπη προς όσους με λυπούνε». Καλύτερα η σιωπή, η προσευχή, η νηφάλια αποτίμηση των συναισθημάτων μας, κυρίως όμως η φυγής προς τα εμπρός, με την ήρεμη αλλά αποφασιστική νουθεσία, με σκοπό να φανεί η αγάπη.

            Ας παρακαλούμε τον Χριστό με θέρμη προσευχής αυτοί που μας λυπούνε, ιδίως αν είναι αδικαιολόγητοι και αγνώμονες να έχουν μετάνοια. Και ας μη βιαζόμαστε να εκφράζουμε τα αρνητικά μας συναισθήματα που μπορεί α μη βγάλουν πουθενά, αλλά να κάνουν την κατάσταση χειρότερη. Αγάπη δεν είναι μόνο να συγχωρείς. Είναι και να σιωπάς και να περιμένεις. Όχι να μην αντιδράς καθόλου, αλλά να επιλέγεις την κατάλληλη στιγμή, ώστε οι σχέσεις να μπορούν να αποκατασταθούν και η αλήθεια να φανερωθεί. 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

29 Σεπτεμβρίου 2024

Κυριακή Β’ Λουκά