Οι άνθρωποι αποκτούμε κακές συνήθειες, καθώς μεγαλώνουμε. Δεν είναι μόνο ο χαρακτήρας μας, που άλλους τους κάνει δυναμικούς και άλλους οκνηρούς, ή το οικογενειακό περιβάλλον, στο οποίο ενθαρρυνόμαστε να προχωρήσουμε με ή χωρίς κινητοποίηση των δυνάμεών μας. Είναι κυρίως ο πολιτισμός μας, ο οποίος μας ενθαρρύνει να αποκτούμε συνήθειες με σκοπό να εξαρτώμαστε από αυτές, αφού, χωρίς να μας είναι πραγματικά αναγκαίες, μας αρέσουν.
Είμαστε δέσμιοι των επιθυμιών μας σήμερα, μόνο που αυτές αποσκοπούν σε μία ευχαρίστηση που δεν είναι απαραίτητα συνδεδεμένη με την χαρά και γι᾽ αυτό δεν έχει διάρκεια. Έτσι, οι κακές συνήθειες έχουν να κάνουν με τη παρακολούθηση ταινιών και σειρών στο κινητό μας, με την συνεχή ανάρτηση ή τον σχολιασμό φωτογραφιών, με την άρνηση να προκρίνουμε την εργασία αντί των χόμπι μας, όπως αυτά βιώνονται μέσω της παρακολούθησης του ποδοσφαίρου και της ταύτισης της χαράς με την νίκη της ομάδας ή με το “στοίχημα”, με το να προτιμούμε τον καφέ και τα σχόλια για τους άλλους αντί της μελέτης ενός βιβλίου, με το κακής ποιότητας φαγητό, τα διαδικτυακά παιχνίδια, το τσιγάρο και το αλκοόλ.
Ειδικά, οι γονείς διαπιστώνουμε ότι τα παιδιά μας ξοδεύουν πολύτιμο χρόνο στο κινητό τους, αντί να είναι στα βιβλία και τις ασκήσεις τους, αρνούνται να κουραστούν για το σχολείο λίγο παραπάνω, θέλουν να βγαίνουν έξω με τις παρέες τους χωρίς να έχουν ολοκληρώσει τα διαβάσματά τους, ενώ και ο έρωτας γίνεται συνήθεια και όχι δίψα για μοίρασμα και ζωή. Την ίδια στιγμή, τα παιδιά διαπιστώνουν ότι οι γονείς είμαστε αφοσιωμένοι στην τηλεόραση ή τον υπολογιστή, ότι είμαστε δεμένοι με την εργασία μας πιο πολύ από ό,τι με εκείνα, ότι δεν αφήνουμε χρόνο ο ένας για τον άλλο, διότι προτιμούμε την ατομική ευχαρίστηση, τα ατομικά ενδιαφέροντα, παρά το να κάνουμε κάτι από κοινού και ότι συνεχώς επικαλούμαστε το “έτσι είμαι εγώ” και ότι δεν μπορούμε να αλλάξουμε, διότι “έχουμε δικαίωμα στα μικροπάθη μας”.
Οι κακές συνήθειες, όπως και οι καλές, είναι σήμα κατατεθέν του καθενός ανθρώπου. Όμως η απόφαση για παραίτηση από κάθε αυτοκριτική, η εγωκεντρική θεοποίησή τους, το να μην τις θυσιάζουμε δηλαδή για τίποτα, ακόμη κι αν η σχέση μας κινδυνεύει, ακόμη κι αν τα παιδιά μας βυθίζονται σε έναν κόσμο ιδιωτείας, σε έναν κόσμο μοναχικό, χωρίς σχέση μαζί μας, είναι αφετηρίες αυτοκαταστροφικής συμπεριφοράς. Οι κακές συνήθειες συνοδεύουν έναν άνθρωπο εγωκεντρικό. Τον χαρακτηρίζουν, δυσκολεύουν όμως την ζωή τόσο του ίδιου όσο και των δικών του. Γίνονται οδός ιδιορρυθμίας και, κάποτε, γεροντοκορισμού. Διότι δεν ζούμε σε εποχή ανεκτικότητας, αλλά ανταγωνισμού ποιος θα επικρατήσει διατηρώντας τις συνήθειες του στο όνομα όχι της αγάπης, αλλά των δικαιωμάτων.
Αφού δούμε τις δικές μας “κακές συνήθειες”, χρειάζεται να προσέξουμε και τις αντίστοιχες των παιδιών μας. Γνώμονας η αλήθεια, τόσο για τον εαυτό μας όσο και για τους άλλους. Δύσκολα ξεριζώνονται οι κακές συνήθειες, ιδίως όταν έχουν γίνει πάθη. Ωστόσο, μπορεί να περιοριστεί η επίδρασή τους στον χαρακτήρα μας πρώτα με την καλή συνήθεια της προσευχής που πηγάζει από την πίστη στον Θεό, όπως επίσης και με την καλλιέργεια δημιουργικών τρόπων αξιοποίησης του χρόνου μας, ενθάρρυνση για παραγωγικό κόπο και υπέρβαση της πρόσκαιρης ευχαρίστησης, που γίνεται πάθος.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια»
στο φύλλο της Τετάρτης 27 Φεβρουαρίου 2019