ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΣΑΜΕ 25- FERNANDO PESSOA, «Ο ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ ΤΡΑΠΕΖΙΤΗΣ», εισαγωγή- μετάφραση- σημειώσεις Μαρία Παπαδήμα, εκδόσεις GUTENBERG
Οι αναρχικοί απασχολούν συχνά-πυκνά την επικαιρότητα. Η πρόσφατη εισβολή τους σε ναό των Αθηνών, η διακοπή της θείας λειτουργίας, η επιλογή τους να μην διαλέγονται, αλλά να φωνασκούν, κάνει τους περισσότερους να τους θεωρούν περιθωριακούς, ανθρώπους της βίας, ανήμπορους και να πείσουν και να αλλάξουν την κοινωνία με τρόπους που δεν θα φοβίζουν.
Βλέπουμε και κρίνουμε τους αναρχικούς από την εξωτερική συμπεριφορά τους, χωρίς να θέλουμε, όχι πάντα με δική μας ευθύνη, να δούμε τον τρόπο της σκέψης τους, ο οποίος, όσο κι αν οι ίδιοι ομνύουν ότι δεν έχει καμία σχέση με την χριστιανική πίστη και γενικά, κάθε θρησκεία, εντούτοις σχηματίζει γέφυρες. Αυτό φαίνεται με πληθωρικό τρόπο σε ένα εξαιρετικό διήγημα του Πορτογάλου συγγραφέα Fernando Pessoa με τίτλο « Ο Αναρχικός Τραπεζίτης» (εκδόσεις Gutenberg, εισαγωγή, μετάφραση, σημειώσεις Μαρία Παπαδήμα). Ο Pessoa υπήρξε ένας γοητευτικός συγγραφέας, εκφραστής μιας φιλοσοφίας η οποία προσπαθεί να βρει απαντήσεις σε μείζονα ζητήματα της ζωής μας, όπως ο θάνατος, το νόημα των ανθρώπινων σχέσεων, τι δίνει διάρκεια, η απελπισία, η κυριαρχία του χρήματος, το ταξίδι της ζωής. Ο Pessoa μπορεί να απορρίπτει την θρησκεία, κάποτε υπονομεύοντάς την με τρόπο ανοίκειο, ωστόσο, αυτό που βλέπει σ’ αυτήν είναι η παραφθορά του δυτικού τρόπου προσέγγισης και βίωσής της. Ενοχλείται από τον θεσμοποιημένο τρόπο παρουσίας της θρησκείας στον κόσμο, ο οποίος πόρρω απέχει από την βαθύτερη ανάγκη μας για νόημα και λύτρωση. Από την άλλη, μη μπορώντας να δει το νόημα της αιωνιότητας και της αγιότητας, όπως αυτό το βιώνει ο κάθε πιστός άνθρωπος, ανεξάρτητα αν είναι επιφανής ή ταπεινός, το φως της ανάστασης, το οποίο μας κάνει να βγαίνουμε από την απελπισία του χρόνου και του θανάτου, ο Pessoa μένει στην κρίση αυτού του κόσμου, στην οποία ομολογουμένως είναι εξαιρετικός.
«Ο Αναρχικός τραπεζίτης» είναι το προσωπείο του συγγραφέα. Ο ήρωας περιγράφει την δική του θέαση του αναρχισμού και σε θεωρία και σε πράξη. Θεωρητικά αναφέρει ότι σκοπός της αναρχίας δεν είναι η βία και η τρομοκρατία, αλλά η ελευθερία και του αναρχικού και όλης της ανθρωπότητας από την αδικία της κοινωνικής ανισότητας που γνωρίζουμε από την γέννησή μας (σελ. 26). Γι’ αυτό και ο αναρχικός χρειάζεται να εργαστεί για το πέρασμα από την αστική κοινωνία, τον κόσμο στον οποίο κυριαρχούν τα κοινωνικά επινοήματα, οι συμβάσεις, το αληθινό κακό (οικογένεια, χρήμα, θρησκεία, κράτος), στην απολύτως φυσική κοινωνία. Κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό, λέει ο Pessoa, διότι η αστική κοινωνία θεωρείται το μοναδικό καλό για τους πολλούς. Επομένως ο αγώνας της βίας και της τρομοκρατίας εναντίον της δεν την ανατρέπει, διότι περιορίζει το πρόβλημα στα πρόσωπα και τους θεσμούς που την εκφράζουν και όχι στην παραδοχή ότι η ίδια η αστική κοινωνία αλλάζει την φύση μας, καταπνίγει την ελευθερία. Μόνο η δικτατορία της επανάστασης, ο στρατιωτικός δεσποτισμός, μπορεί να κλονίσει την αστική κοινωνία, χωρίς να την γκρεμίσει.
Ο Pessoa τολμά να κρίνει και το αναρχικό κίνημα. Σε κάθε αναρχική ομάδα δημιουργείται τυραννία, λέει (σελ. 50). «Κάποιοι, χωρίς να το καταλαβαίνουμε, γίνονται αρχηγοί και κάποιοι άλλοι υποτακτικοί. Άλλοι γίνονται αρχηγοί με την δύναμη και άλλοι με την πονηριά». Μόνο το να εργάζεται ο καθένας σε ατομικό επίπεδο, χωριστά, μηδενίζει τον κίνδυνο της τυραννίας του κατεξουσιασμού και στην αναρχική κοινωνία.
Πολύ ενδιαφέρουσα είναι και η άποψη του Pessoa για «την τυραννία της βοήθειας» (σελ. 53). «Βοηθάω κάποιον σημαίνει ότι τον θεωρώ ανίκανο. Αν δεν είναι από μόνος του, τον καθιστώ ή τον αντιμετωπίζω ως ανίκανο. Στην μία περίπτωση πρόκειται για τυραννία και στην δεύτερη για περιφρόνηση. Στην μία περίπτωση περιορίζεις την ελευθερία του άλλου, στην άλλη θεωρείς ως δεδομένο, τουλάχιστον ασυνείδητα, ότι ο άλλος είναι άξιος περιφρόνησης ή ανίκανος για ελευθερία».
Ο Pessoa, σαν να είναι ένας δεύτερος Ζήνων ο Ελεάτης, οπαδός του παραδόξου, καταλήγει ότι ο « Αναρχικός Τραπεζίτης» έγινε ελεύθερος από το κορυφαίο κοινωνικό επινόημα, που δεν είναι η θρησκεία, όπως ίσως κάποιοι θα υπέθεταν, αλλά το χρήμα, χρησιμοποιώντας το. Όντας πλούσιος και τραπεζίτης, έχοντας όσο χρήμα ήθελε, το υπέταξε! Δεν του κάνει καμία εντύπωση. Το έχει, αλλά δεν το χρειάζεται. Και αυτό συστήνει σε όλους όσους θέλουν να είναι αναρχικοί: να απελευθερωθούν από τα κοινωνικά επινοήματα, υποτάσσοντάς τα, βγαίνοντας πιο πάνω απ’ αυτά, όχι όμως παραιτούμενοι απ’ αυτά!
Ο λόγος του Pessoa αποτυπώνει το αδιέξοδο ενός πολιτισμού χωρίς πίστη στον Θεό. Χρησιμοθηρία, πρόφαση εν αμαρτίαις, κυριαρχία της ύλης και του χρήματος, κλείσιμο στο άτομο, αποσύνδεση της ελευθερίας από την αγάπη. Διότι εδώ βρίσκεται το κλειδί της διαφοράς της ορθόδοξης παράδοσης από αυτόν τον τρόπο σκέψης και ζωής. Στην αγάπη.
Με αριστουργηματικό τρόπο ο Pessoa θέτει το δικό του βαθύτερο υπαρξιακό αδιέξοδο, το οποίο συναντούμε με παραλλαγές σε όλες τις ιδεολογίες, εκεί όπου δεν υπάρχει η Αγάπη για τον Θεό και τον άνθρωπο, εκεί όπου δεν ακούγεται η φωνή «όστις θέλει», « απαρνησάσθω εαυτόν», «αράτω τον σταυρόν» , «ακολουθείτω μοι». Λέει λοιπόν ο συγγραφέας (σελ. 43): «Αν ήμουν χριστιανός, δεν θα ήμουν αναρχικός, γιατί οι κοινωνικές ανισότητες δεν θα είχαν καμιά σημασία σ’ αυτήν την σύντομη ζωή. Αλλά καθώς δεν ήμουν χριστιανός, αναρωτιόμουν: για ποιον να θυσιαστώ τελικά; ή, μάλλον, γιατί να θυσιαστώ;».
Η πίστη μάς δίνει την απάντηση: Για την αγάπη, για τον κάθε συνάνθρωπο, ο οποίος είναι εικόνα Θεού, για την δικαιοσύνη που η αγάπη και η ανάσταση φέρνουν σε όποιον ζητά τον Χριστό!
Το ερώτημα στρέφεται τώρα και προς εμάς: ζούμε και ζητούμε μια τέτοια Εκκλησία;
π. Θ.Μ.