10/28/17

ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΔΑ: ΠΡΟΣΛΗΨΗ Η' ΥΠΕΡΒΑΣΗ;



              Στην ζωή μας αισθανόμαστε περηφάνια για ορισμένα χαρακτηριστικά η επιτεύγματά μας. Η καταγωγή μας, για παράδειγμα, είναι ένας λόγος για τον οποίο πιστεύουμε ότι είμαστε ξεχωριστοί, συγκρίνοντας τον εαυτό μας με άλλους ανθρώπους ή με άλλους λαούς. Η περηφάνια  τότε μας δίνει την δυνατότητα να ζούμε την διαφορετικότητά μας και να χαιρόμαστε. Όταν μάλιστα βλέπουμε ότι η σημασία αυτού του αισθήματος  δεν γίνεται αντιληπτή από εκείνους που θα θέλαμε να την κατανοούν, θυμώνουμε, κάποτε γινόμαστε επιθετικοί, ζητάμε να αφυπνίσουμε και να αφυπνιστούμε. Άλλα χαρακτηριστικά που έχουν να κάνουν με τον στενό μας περίγυρο ή τον εαυτό μας δεν είναι απαραίτητο ότι θα προκαλούν τέτοιες αντιδράσεις. Η οικογένεια, η πρόοδος μας, η εργασία μας, ακόμη και ο έρωτας και η φιλία είναι θέματα που μας αφορούν προσωπικά. Η περηφάνια που μπορεί να αισθανόμαστε, δεν αλλάζει κατ’ ανάγκην την θέση μας στην κοινωνία. Δίνει κυρίως ένα αίσθημα αυτοεκτίμησης. Πατάμε στα πόδια μας καλύτερα. Ξέρουμε πού ανήκουμε, τι πετυχαίνουμε, ποιοι είμαστε, αλλά μπορούμε να αντέξουμε αν οι άλλοι  δεν το καταλαβαίνουν.
           Εκτός από την καταγωγή και η θρησκευτική πίστη αποτελεί παράγοντα περηφάνιας. Ο Απόστολος Παύλος, γράφοντας στους Γαλάτες, λέει χαρακτηριστικά: «Ημείς φύσει Ιουδαίοι και ουκ εξ εθνών αμαρτωλοί» (Γαλ. 2, 15). «Εμείς είμαστε εκ γενετής Ιουδαίοι και όχι αμαρτωλοί ειδωλολάτρες». Ο Παύλειος λόγος αποτυπώνει την περηφάνια των Ιουδαίων ότι ανήκαν σε έναν λαό ο οποίος είχε επιβιώσει μέσα από δύσκολες συνθήκες, χάρις στην παρουσία και την βοήθεια του Θεού, όντας ο εκλεκτός, ο περιούσιος λαός Του, αλλά και για τον μωσαϊκό νόμο, τον οποίο ο Θεός είχε δώσει στους Ιουδαίους ως βάση για την πορεία της ζωής τους, για να τηρούν την διαθήκη την οποία είχε συνάψει μαζί τους. Πατρίδα και θρησκεία ήταν τα δύο εκείνα στοιχεία τα οποία γεννούσαν ιστορία και διαφορετικότητα στους Ιουδαίους, ιδίως όταν σύγκριναν τον εαυτό τους με τους εθνικούς, δηλαδή τους ειδωλολάτρες, οι οποίοι ήταν πληθυσμοί χωρίς ιδιαίτερα ξεχωριστή ιστορία, από την στιγμή που ο Θεός δεν είχε αποκαλυφθεί σ’ αυτούς, ούτε είχαν περάσει ανάλογες περιπέτειες με τους Ιουδαίους, για να μπορούν να αισθάνονται αυτή την ξεχωριστή ευλογία στην ζωή τους. Η Ιστορία βέβαια μας διδάσκει ότι ο κάθε λαός αξίζει για τον δρόμο που ακολουθεί, ότι ο κάθε πολιτισμός είναι σεβαστός, όπως και η κάθε θρησκεία, ενώ ακόμη κι όταν τονίζονται τα ξεχωριστά επιτεύγματα, έχει μεγάλη σημασία το πόσο αυτά έχουν επηρεάσει την συνολική ιστορία της ανθρωπότητας. Εδώ ο λόγος του Αποστόλου Παύλου έχει αξία, διότι αντανακλά την παρουσία ενός λαού ο οποίος και άφησε και συνεχίζει, με διαφορετικό πλέον τρόπο, να αφήνει το στίγμα του στον κόσμο.
         Ο Παύλος όμως δεν γράφει αυτή την περηφάνια γιατί την αισθάνεται ως αφορμή να μειώσει τους άλλους λαούς, ιδίως τους ειδωλολάτρες. Τον ενδιαφέρει να δείξει ότι δεν αρκεί να καυχόμαστε γα την καταγωγή μας και την θρησκευτική μας ταυτότητα και παράδοση. «Ημείς εις Χριστόν Ιησούν επιστεύσαμεν, ίνα δικαιωθώμεν εκ πίστεως Χριστού και ουκ εξ έργων νόμου, διότι ου δικαιωθήσεται εξ έργων νόμου πάσα σαρξ» (Γαλ. 2, 16) λέει στους Γαλάτες. «Γι’ αυτό κι εμείς πιστέψαμε στον Ιησού Χριστό, για να δικαιωθούμε με την πίστη στον Χριστό και όχι με τα έργα του νόμου, διότι με αυτά δεν θα σωθεί κανένας άνθρωπος».
           Μ’ αυτήν την φράση ο απόστολος των εθνών αποκαλύπτει μεγάλες αλήθειες.
       Πρώτον, ότι  τα σχήματα για τα οποία περηφανευόμαστε δεν μπορούν να δώσουν την τελική απάντηση στο υπαρξιακό μας πρόβλημα: πώς δηλαδή μπορούμε να σωθούμε, να ζήσουμε αιώνια, να νικήσουμε τον θάνατο. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο με την μετοχή μας στην Βασιλεία του Θεού, στην Εκκλησία, με την ιδιότητα  δηλαδή του χριστιανού, που πηγάζει από την πίστη, την σχέση με τον Θεάνθρωπο Ιησού. Αυτή η πίστη είναι υπεράνω των σχημάτων του κόσμου τούτου, τα οποία σβήνουν μαζί με την έξοδό μας από αυτόν.
        Δεύτερον, ότι η θρησκευτική μας παιδεία, τα έργα που πηγάζουν από την τήρηση οποιωνδήποτε νόμων και κανόνων, εάν μας γεννούν το αίσθημα της αυτάρκειας, αποτελούν παγίδα που οδηγεί σε πνευματική καταδίκη. Χωρίς να απορρίπτονται, δεν αρκούν από μόνα τους, εάν δεν συνοδεύονται από την σχέση και την ζωή με τον Χριστό, επομένως από την μετοχή μας στην Εκκλησία. Αυτό είναι και το μεγάλο πρόβλημα ημών τω χριστιανών. Θεωρούμε ότι είναι αρκετό να τηρούμε τις εντολές, να αισθανόμαστε καλά που είμαστε άμεμπτοι και ανεπίληπτοι, όσο αυτό είναι εφικτό, και να μην βλέπουμε ότι πιο πάνω από τις εντολές και τον νόμο είναι η κοινωνία με τον Χριστό, η οποία επιτυγχάνεται όταν αγαπάμε αληθινά, όταν βλέπουμε τον πλησίον μας όπως τον εαυτό μας στην ζωή της πίστης, όταν παραδίδουμε κάθε αυτάρκεια και κάθε αίσθημα δικαίωσης στον Χριστό, όντας ταπεινοί και επικαλούμενοι το έλεός Του. Αυτό δεν μπορεί να λειτουργήσει όταν απολυτοποιούμε την αξία της θρησκείας και δεν την αφήνουμε να μας οδηγήσει στην αγάπη που η Εκκλησία διδάσκει και ζει, δηλαδή στην ανοιχτή καρδιά προς όλους, φίλους, ξένους, εχθρούς.
        Τρίτον, ότι η χριστιανική μας ιδιότητα τελικά, χωρίς να αρνείται τα ιστορικά σχήματα στα οποία είμαστε ενταγμένοι, δηλαδή την πατρίδα, τον τόπο, την ιστορία, τον πολιτισμό, την γλώσσα, βλέπει πέρα από αυτά. Ο χριστιανός δεν είναι αν-ιστορικό πρόσωπο. Όμως ξέρει ότι δεν αρκεί να κατάγεται από λαό και κοινότητα χριστιανική αν δεν φέρει ο ίδιος την ευθύνη για την πορεία του, αν δεν μεταποιήσει τα στοιχεία της ταυτότητάς του σε ζωή κι ελπίδα τόσο για τον εαυτό του όσο και για τον κάθε πλησίον τον οποίο ο Θεός επιτρέπει να συναντήσει. Η ευθύνη ελευθερώνει. Το αίσθημα της αποστολής. Η εμπειρία της Εκκλησίας, η μυστηριακή ζωή, η αγάπη και η ευσπλαχνία, η συγχώρεση και η ασκητικότητα, όλα σ’ αυτό συντείνουν: στην ευθύνη για την προσωπική μας πορεία, στην ευθύνη διά της αγιότητας να μεταμορφωνόμαστε και να αγωνιζόμαστε για την μεταμόρφωση όλων, εμπιστευόμενοι τον Χριστό και αφημένοι στην χάρη του Αγίου Πνεύματος.
         Σε μια εποχή σύγχυσης, στην οποία άλλοι επιμένουν  στην αυτάρκεια της καταγωγής και της θρησκείας και άλλοι ισχυρίζονται ότι ο χριστιανισμός είναι αν- ιστορικός, ο λόγος του αποστόλου μας δείχνει την οδό της πίστης στον Χριστό, της ένταξης στην Εκκλησία, της πρόσληψης των ιστορικών σχημάτων και της υπέρβασής τους διά της αγάπης. Αποδεικνύουμε ότι είμαστε χριστιανοί και ότι ανήκουμε σε πατρίδα με ιστορία ζώντας τις αξίες, αλλά και στοχεύοντας στην σωτηρία και την αιωνιότητα. Η σχέση με τον Χριστό τελικά είναι το παν!


Κέρκυρα, 29 Οκτωβρίου 2017