9/21/13

ΟΤΙ ΤΟ ΥΜΩΝ ΥΣΤΕΡΗΜΑ ΟΥΤΟΙ ΑΝΕΠΛΗΡΩΣΑΝ

           Οι άνθρωποι έχουμε ανάγκη από εκείνους που θα μας βοηθήσουν σε ό,τι υστερούμε. Από εκείνους που θα συμπληρώσουν τα κενά μας. Που θα μοιραστούνε μαζί μας τη ζωή τους και θα προσφέρουν τόσο σε μας όσο και στη ζωή εν γένει ό,τι ο καθένας μόνος του δεν μπορεί να καλύψει με πληρότητα. Το ίδιο με τις ανθρώπινες σχέσεις συμβαίνει και με την πνευματική και εκκλησιαστική ζωή. Δεν υπάρχει άνθρωπος ο οποίος από μόνος του να μπορεί να καλύψει τα πάντα. Αντίθετα, λιγότερο ή περισσότερο, όλοι υστερούμε. Όλοι έχουμε ανάγκη από εκείνον ή εκείνους που θα καλύψουν τις υστερήσεις μας και που θα μας συνδράμουν, ώστε και να μην είμαστε μόνοι μας, αλλά και να μην νιώθουμε το βάρος των αδυναμιών μας, των ασθενημάτων μας, να γίνεται ασήκωτο.
                Ο Απόστολος Παύλος, γράφοντας την Α’ προς Κορινθίους επιστολή, αναφέρεται στην παρουσία δίπλα του στην Έφεσο, από όπου συντάσσει την επιστολή, του Στεφανά, του Φορτουνάτου και του Αχαϊκού, οι οποίοι αναπλήρωσαν το υστέρημα της απουσίας των χριστιανών της Κορίνθου από τη ζωή του (Α’ Κορ. 16, 17). Με τρυφερά πατρικό τρόπο ο Απόστολος των Εθνών δείχνει την ανάγκη του καθενός ανθρώπου να μην είναι μόνος στο έργο που επιτελεί, να ανταλλάσσει απόψεις, να έχει συμπαραστάτες και φίλους και να μπορεί να μοιράζεται τις χαρές και τις λύπες του. Θα λέγαμε ότι η αναφορά αυτή εμπεριέχει συναίσθημα και μάλιστα δυνατό και ανθρώπινο.
                 Την ίδια στιγμή, καθώς η Εκκλησία μας επισημαίνει ότι μετά την εορτή του Σταυρού ξεκινά και πάλι έντονη η ιεραποστολική και πνευματική προσπάθεια του καθενός χριστιανού, αλλά και συνόλου του σώματος του Χριστού, αξίζει να ανοιγόμαστε στους άλλους με τέτοιον τρόπο ώστε να μην είμαστε μόνοι μας, αλλά και ο καθένας να αισθάνεται αυτό το χρέος να συνδράμει τόσο με την φυσική του παρουσία, όσο και με το ενδιαφέρον, τον λόγο και τον πνευματικό προσανατολισμό στο έργο της σωτηρίας του κόσμου, αλλά και των οικείων, των κοντινών του ανθρώπων. Έχουμε χρέος να μην περιορίζουμε την πνευματική μας πορεία σε ένα ατομοκεντρικό πλαίσιο, αλλά να βγαίνουμε από τον εαυτό μας και να ανοιγόμαστε στους άλλους. Αυτή είναι άλλωστε και η ουσία της αποστολής της Εκκλησίας. Να ανοίγεται στον κόσμο και να θεραπεύει κάθε ανθρώπινη ανάγκη, στο μέτρο του εφικτού, χωρίς να αποκλείει κανέναν από την μετοχή στη χαρά του τρόπου ζωής που βιώνει και διακηρύττει. Γι’ αυτό και ο Παύλος θα διακηρύξει ότι «πάντα υμών εν αγάπη γινέσθω» (Α’ Κορ. 16, 13).
                Χρειαζόμαστε τους άλλους. Αυτός είναι ένας δρόμος τον οποίο ο πολιτισμός, αλλά και η ζωή, όπως και ο χαρακτήρας μας μάς κάνουν να τον λησμονούμε σήμερα. Η αίσθηση της προσωπικής αυτάρκειας ή του εγκλωβισμού στους στόχους μας ή η μέριμνα για την ατομική μας επιβίωση και χαρά αποτελούν μία από τις κορυφαίες εκφράσεις της αμαρτωλότητάς μας. Του εγωισμού μας. Της αίσθησης ότι μπορούμε μόνοι μας. Ότι δεν χρειαζόμαστε κανέναν που να μας πει τι χρειάζεται να κάνουμε, αλλά και ότι μπορούμε να χειριζόμαστε τους ανθρώπους προς προσωπική μας ικανοποίηση, χωρίς να λαμβάνουμε υπόψιν τις ανάγκες και τις δυσκολίες τους ή τις αδυναμίες τους. Όμως, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, ο κόσμος δεν μπορεί να περιστρέφεται γύρω από τον εαυτό μας. Αντίθετα, χωρίς προοπτική μοιράσματος και υπέρβασης της αυτάρκειας, ακόμη κι αν τη βιώνουμε, χωρίς δηλαδή ταπείνωση, αγάπη, διάθεση προσφοράς, δεν μπορούμε να βιώσουμε το αληθινό μήνυμα του Ευαγγελίου και της ζωής της Εκκλησίας.
                 Ειδικότερα, ακόμη και στην πνευματική μας ζωή, δεν μπορεί να υπάρχει η αυτάρκεια.  Χρειαζόμαστε το πρόσωπο ή τα πρόσωπα εκείνα που θα μας βοηθήσουν να δούμε καλύτερα τις αμαρτίες και τις πτώσεις μας. Που θα μας βοηθήσουν να διακρίνουμε το θέλημα του Θεού. Που θα μας διδάξουν τι σημαίνει εμπιστοσύνη. Που θα μας καταδείξουν τι θέλει ο Χριστός από τη ζωή μας και πώς μπορούμε να Τον προσεγγίσουμε. Μπορεί αυτά τα πρόσωπα να μην είναι αντάξια των δικών μας χαρισμάτων ή δυνατοτήτων. Ἠ μπορεί αυτά τα πρόσωπα να ξεπερνούν τις δικές μας αντοχές. Να μας δείχνουν δρόμους και κορυφές που δεν νιώθουμε ότι μπορούμε την προκειμένη στιγμή να προσεγγίσουμε. Αν όμως υπάρχει η εμπιστοσύνη και η αγάπη, τότε θα μας δοθεί η ταπείνωση του να μοιραζόμαστε αληθινά τα λίγα ή τα πολλά που έχουμε. Οι άνθρωποι χρειαζόμαστε πνευματικούς πατέρες, προς τους οποίους να στραφούμε για να αντλήσουμε ενθουσιασμό και δύναμη για την πνευματική μας πορεία. Αλλά και να μοιραστούμε ό,τι μας δυσκολεύει. Προϋπόθεση είναι να μην θριαμβεύει το εγωκεντρικό φρόνημα. Να έχουμε ταπείνωση. Και να κάνουμε ως προς τα πρόσωπα  τις επιλογές που μας ταιριάζουν. Όταν όμως αυτές οι επιλογές γίνουν, χρειάζεται να μένουμε πιστοί, για να μπορούμε να δεχόμαστε την κάλυψη των υστερημάτων μας, αλλά και να αντιπροσφέρουμε με ευγνωμοσύνη ό,τι μας δίνεται.
               Η εποχή μας μάς έχει προσανατολίσει στην αυτάρκεια. Ή στην υποχρέωση των άλλων να μας δίνουν. Η Εκκλησία, μέσα από τα λόγια του Παύλου, μας προτρέπει να κατανοήσουμε ότι ο ένας είναι απαραίτητος για τον άλλο. Ότι ο καθένας μας αναπληρώνει κάτι που ο άλλος δεν έχει. Δεν περισσεύει κανείς στην εκκλησιαστική, αλλά και στην κοινωνική ζωή. Αυτό όμως χρειάζεται να γίνει κατανοητό από όλους όσους ενδιαφέρονται πραγματικά να συμμετάσχουν στο σώμα του Χριστού. Και να κάνουν ό,τι περνά από το χέρι και την καρδιά τους να το δείχνουν στην κοινή ζωή. Εγκλωβιστήκαμε σε έναν κόσμο αυτάρκειας και εγωκεντρισμού, όπου το να δείξουμε ότι χρειαζόμαστε ο ένας τον άλλο μοιάζει ντροπιαστικό. Το να εξουσιάζουμε φαντάζει υγιές. Και καθώς βιώνουμε την κρίση σε όλο της το μέγεθος κατανοούμε ότι μόνο όλοι μαζί, με παραδοχή των αδυναμιών μας, με κατανόηση των συναισθημάτων και των αναγκών των άλλων, αλλά και εμπιστοσύνη σε αυτούς που μπορούν να είναι οι αληθινοί πατέρες και φίλοι μας υπάρχει διέξοδος.
                Ας είναι η νέα ιεραποστολική χρονιά αφορμή και ευκαιρία να αναδιοργανωθούμε στις ενορίες μας με περισσότερο άνοιγμα ο ένας στον άλλο και αναπλήρωση από τον καθένα του υστερήματος του άλλου, όχι μόνο του υλικού. Ας ξαναδούμε τις ανθρώπινες σχέσεις με περισσότερη εμπιστοσύνη, ταπείνωση και αγάπη. Και ας μην διστάζουμε τουλάχιστον εμείς οι χριστιανοί να πορευόμαστε με αλληλεγγύη μεταξύ μας, κατανοώντας ο ένας τα συναισθήματα του άλλου και βλέποντας πώς αυτά μπορούν να συμβάλουν στο να έρθουμε πιο κοντά στο Χριστό μας. Ζητώντας την συνδρομή των πνευματικών μας πατέρων. Αλλά και παρέχοντας ο καθένας ό,τι μπορεί από τα χαρίσματα και την πρόοδό του στους άλλους. Καιρός λοιπόν να ξαναβρούμε το αληθινό χριστιανικό ήθος σε κάθε πτυχή της ζωής μας.   

 Κέρκυρα, 22 Σεπτεμβρίου 2013