Ο γάμος για τους περισσότερους ανθρώπους είναι η
πιο ευτυχισμένη στιγμή της ζωής. Για όσους πιστεύουν στο Θεό, δεν είναι μόνο η
ευλογία Του που δίνει ξεχωριστή διάσταση στο μυστήριο. Υπάρχει και η ανθρώπινη
χαρά, διότι ο γάμος αποτελεί τη δημόσια έκφραση της αγάπης, την οποία ομολογούν
δύο άνθρωποι, αλλά και του αγώνα να την κρατήσουν και να την ολοκληρώσουν κατά
τη διάρκεια της κοινής ζωής τους. Ο γάμος αποτελεί για τον άντρα και τη γυναίκα
τη δήλωση ότι έχουν υπερβεί το ξένον ανάμεσά τους, ότι έχουν επιλέξει την
δημιουργικότητα ως κατεξοχήν έκφραση της αγάπης και την ίδια στιγμή, κάνοντας
οικογένεια, «μεταδίδουν πάσαν αυτάρκειαν έχοντες και τοις μη έχουσι» (Ευχή της
Ακολουθίας του Γάμου), ανοίγουν την αγάπη τους δηλαδή σε όλο τον κόσμο. Γι’
αυτό και ο γάμος αποτελεί για την Εκκλησία «μυστήριον μέγα» (Εφεσ. 5, 32).
Δεν
είναι τυχαίο που η Εκκλησία, απευθυνόμενη στην Υπεραγία Θεοτόκο, την χαιρετά
λέγοντας ότι αποτελεί «την παστάδα της ασπόρου νυμφεύσεως και ότι εκείνη είναι
που αρμόζει, ενώνει δηλαδή τους πιστούς με τον Κύριο». Όπως η κατεξοχήν έκφραση
του γάμου είναι η χαρά της παστάδος, του νυφικού κρεβατιού, όπου «έσονται οι
δύο εις σάρκα μίαν», η Εκκλησία θεωρεί την Παναγία ως το νυφικό κρεβάτι στο
οποίο Θεός και άνθρωπος γίνονται ένα, στο πρόσωπο του Χριστού. Και αυτή η
τελεία ένωσις συντελέσθηκε σωματικά στην μήτρα της Υπεραγίας Θεοτόκου και
υπαρξιακά-πνευματικά στην καρδιά της, όταν ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση του
Θεού να γίνει συνεργός Του στην νύμφευση. Μόνο που ο γάμος αυτός είναι άσπορος.
Δεν έχει ως σκοπό του την ηδονή της σάρκας και την τεκνοποιία, όπως είναι ο
φυσικός νόμος που δόθηκε από το Θεό στον άνθρωπο, αλλά αποτελεί το μυστήριο της
θέωσης της ανθρώπινης φύσης, που έρχεται μέσα από την γέννηση του Χριστού, με
την υπέρβαση των όρων της φύσεως και τον παρθενεύοντα τόκο της Παναγίας. Η
σχέση όμως αυτή δεν παύει να είναι γάμος. Και έχει τα τρία κύρια χαρακτηριστικά
του γάμου.
Στο πρόσωπο της Παναγίας
διαλύεται το ξένον ανάμεσα στο Θεό και τον άνθρωπο, το οποίο προκάλεσε η
αμαρτία. Η απόφαση του ανθρώπου να μην έχει σχέση με το Θεό, αλλά να
καταστήσει θεό τον εαυτό του και να επιχειρήσει να δει τον κόσμο, τον
συνάνθρωπο και τη ζωή όχι μέσα από την οδό της κοινωνίας με το Θεό, αλλά
αυτόνομα, οδήγησε τον άνθρωπο να γίνει χρήστης του κόσμου, του συνανθρώπου και
της ζωής. Αυτό σημαίνει ότι ο άνθρωπος υποτάχτηκε στην ανάγκη του για να γίνει
θεός αφ’ εαυτού του. Και ο μόνος τρόπος για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο είναι η εξουσία. Τι άλλο είναι η αμαρτία παρά
η απόφαση του ανθρώπου να δείχνει παντού ότι ο ίδιος και το εγώ του θέλουν και προσπαθούν
να εξουσιάζουν τα πάντα; Αμαρτία είναι η
χρήση του άλλου όχι ως ισότιμου με εμάς, όχι για να του προσφέρουμε και να
λαμβάνουμε από αυτόν, αλλά για να επιβεβαιώνει τον εαυτό μας, τη δύναμή μας,
την ικανότητά μας να ευτυχούμε με βάση τις δικές μας επιθυμίες. Αμαρτία είναι η χρήση του κόσμου όχι
ευχαριστιακά και δοξολογικά, όχι για να επιβιώσουμε εμείς και να βοηθήσουμε και
τους άλλους να ζήσουν ισότιμα, αλλά για να υποτάξουμε τις δυνάμεις του χωρίς
μέτρο και όριο και την ίδια στιγμή να καθιστούμε τους άλλους εξαρτημένους από
εμάς για την κάλυψη των αναγκών τους, προκειμένου να είμαστε πλούσιοι και
εκμεταλλευτές τους. Αμαρτία είναι η στέρηση της ελευθερίας τόσο στον εαυτό μας
δια των παθών , όσο και στους άλλους μέσω της εξουσίας. Και όλη αυτή η στάση
ζωής επιφέρει τον θάνατο, όχι μόνο τον σωματικό, αλλά και τον πνευματικό. Γι’
αυτό, δια της ενανθρωπήσεως του Χριστού στο πρόσωπο της Παναγίας επέρχεται η
συμφιλίωση του ανθρώπου με το Θεό δια της αγάπης και της χαριτώσεως την οποία ο
Χριστός δίνει στην ανθρώπινη φύση. Ελεύθερος ο άνθρωπος πλέον δεν είναι ξένος
ούτε με το Θεό ούτε με τον πλησίον ούτε με τον κόσμο, γιατί δεν διαλέγει την
εξουσία, αλλά την αγάπη και την προσφορά ως στάση ζωής.
Στο πρόσωπο της Παναγίας εξάλλου η αγάπη
γίνεται δημιουργικότητα και έμπνευση. Τι άλλο είναι η σωτηρία την οποία ο
Χριστός προσφέρει στον άνθρωπο παρά η χαρά της νίκης κατά του θανάτου, η χαρά
της συγχώρεσης και της μετάνοιας, η χαρά της προσφοράς με κάθε τρόπο και μέσα,
η χαρά της αξιοποίησης όλων των ταλάντων της ανθρώπινης υπόστασης με γνώμονα
την δημιουργικότητα; Και πρώτη η Παναγία
γεύεται αυτό το δρόμο. Αυτή σώζεται και με τις πρεσβείες της σώζει. Αυτή
αγιάζεται και με τις πρεσβείες της αγιάζει. Αλλά και στέκεται δίπλα από τον
κάθε άνθρωπο, από την κάθε ανάγκη μας και δίνει φως και ελπίδα, παρακαλώντας
τον Υιό της υπέρ ημών. Όπως η ίδια κατέστη η Κεχαριτωμένη, για να ελκύσει τελικά τη χάρη του Θεού, στόλισε τον
εαυτό της με κάθε αρετή, έτσι κι εμείς καλούμαστε να καταστήσουμε την ύπαρξή
μας ναό του Αγίου Πνεύματος, στολίζοντάς την με την αρετή κατά τις δυνάμεις
μας, αναζητώντας το Θεό, όπου αυτό είναι εφικτό, σε κάθε περίσταση της ζωής
μας, θέλοντας να δούμε την σωτήρια παρέμβασή Του στην πορεία μας και ξεκινώντας
να παλεύουμε εναντίον κάθε πάθους, κάθε πειρασμού, να μεταμορφωθούμε για να
δείξουμε όχι με τη συνήθεια, αλλά με την χαρά και την πρωτοτυπία που η προσευχή
και η αγάπη φέρνουν, την επιθυμία μας να είμαστε κοντά Του.
Η Παναγία, τέλος, γίνεται η αρχή ώστε η
κάθε ανθρώπινη ύπαρξη να μεταμορφώνεται, ψυχή τε και σώματι, σε νύμφη Χριστού,
να αρμόζεται, να συνδέεται και να προχωρά μαζί με το Χριστό. Αυτή η άρμοση
επιτυγχάνεται και βιώνεται στη ζωή της Εκκλησίας και δεν είναι εγκλωβισμός του
ανθρώπου σε μία ατομοκεντρική σχέση, όπου ο άνθρωπος υπάρχει για να ζει καθ’
εαυτόν το Θεό, αλλά ανοίγεται σε όλο τον κόσμο. Αποκλειστική και την ίδια
στιγμή ανοιχτή είναι η σχέση της αγάπης που ο άνθρωπος βιώνει με το Θεό.
Αποκλειστική, διότι ο Θεός παραμένει πιστός στον άνθρωπο, δεν τον εγκαταλείπει
ποτέ, ακόμη κι αν φαίνεται δύσκολη η ζωή. Ανοιχτή διότι ο Θεός ζει την χαρά και
την πληρότητα της αγάπης με κάθε άνθρωπο. Κι έτσι καλείται και ο καθένας μας να
σκέφτεται και να ζει. Αποκλειστικά με την αγάπη του Θεού και ανοιχτά,
μεταφέροντας αυτή την αγάπη σε όλους με τους οποίους συνδέεται. «Ομολογεί την
χάριν, ου κρύπτει τον έλεον, κηρύττει την ευεργεσίαν» και θέλει να ζήσουν και
άλλοι τη χαρά της κοινωνίας.
Στο πρόσωπο της Παναγίας το
πλήρωμα της αγάπης γίνεται «παστάς». Τόπος της παστάδος η καρδιά, η οποία
αγκαλιάζει τον κόσμο. Χρόνος της
παστάδος «το νυν και αεί». Δεν είναι μαγική η σχέση με το Θεό, αλλά αγαπητική.
Γάμος της ύπαρξης στην Εκκλησία, με οδηγό την Υπεραγία Θεοτόκο. Και μπορεί ο
κόσμος μας να παρασύρεται από την αμαρτία και την απόπειρα της αυτοθέωσης, όμως
οι χριστιανοί αντιτάσσουμε την ευλογία της πίστης. Και τη βοήθεια και τις
πρεσβείες της Παναγίας μας, διαλέγουμε να ζήσουμε την χαρά του νυμφώνος, παρότι «ένδυμα
ουκ έχομεν». Και τότε διαπιστώνουμε ότι το μυστήριο επενεργεί. Δεν μας αφήνει
Αυτός που μας αγαπά και ανέβηκε στο Σταυρό για μας, να αποκαρδιωθούμε, αλλά ως
ο γνήσια Ηγαπημένος μας απλώνει το χέρι και μας σώζει. Τελικά από την ελευθερία
μας εξαρτώνται όλα.
Κέρκυρα, 12 Απριλίου 2013