Τα δώρα αποτελούν απαραίτητο στοιχείο της εορτής των Χριστουγέννων. Παλαιότερα, ο δέκατος τρίτος μισθός δίνονταν σχεδόν αποκλειστικά γι’ αυτά. Ταξίδια, κοσμήματα, ρούχα, κάποτε και βιβλία, αποτελούσαν ευκαιρία για τους ανθρώπους να δείξουν τα συναισθήματά τους στους οικείους τους, σε συνδυασμό με τη γιορτή που σε κάνει να αισθάνεσαι παιδί. Στη δική μας παράδοση βεβαίως τα δώρα ήταν συνδεδεμένα με την Πρωτοχρονιά, με τον Άγιο Βασίλη, ο οποίος έδινε στα παιδιά χαρά. Τώρα εκκοσμικευθήκαμε και εκδυτικιστήκαμε. Τα Χριστούγεννα, ολοένα και λιγότερο, είναι συνδεδεμένα με την “Άγια Νύχτα” και περισσότερο με τα δώρα, την ξεκούραση, τις διακοπές, την έξοδο από την καθημερινότητά μας.
Τα δώρα είναι σημάδι εκτίμησης, κάποτε και
εξαγοράς της προσοχής του άλλου και του ενδιαφέροντός του για μας. Μπορεί να
είναι και σημείο ίασης της ενοχής μας για σφάλματα έναντί του, για την
αδιαφορία μας είτε εξ αιτίας των πολλών υποχρεώσεων είτε επειδή απλά ο άλλος
μας είναι χρήσιμος, όχι όμως ο πολύτιμος, οπότε και με ένα δώρο λίγο ξεθωριάζει
η γκρίνια και η απογοήτευσή του έναντί μας. Μπορεί όμως και να είναι μια
αυθόρμητη κίνηση καρδιάς, η οποία μαρτυρεί αγάπη. Τη χρειαζόμαστε την αγάπη,
αλλά δεν είμαστε πάντοτε έτοιμοι να τη δείξουμε και να τη δώσουμε.
Τα δώρα είναι βιομηχανία, αλλά, κάποτε,
και μία πρωτότυπη δημιουργία, που δεν κατασκευάζεται ούτε εξαγοράζεται με
χρήματα, αλλά πηγάζει από την καρδιά μας. Αυτό είναι και το μεγάλο και μοναδικό
δώρο του Θεού στην ανθρωπότητα, που γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα. Η ενανθρώπηση
του Υιού και Λόγου είναι δώρο που δεν μετριέται σε αξία, διότι είναι δώρο που
δίνει ζωή και νικά τον θάνατο. Η πτωχεία του Θεού, που παραιτείται από το να
είναι αποκλειστικά και μόνο Θεός και προσλαμβάνει την ταπεινή μας φύση μέσα από
το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου, της πιο ταπεινής ύπαρξης στην ιστορία της
ανθρωπότητας, η οποία όμως, συγκαταβαίνοντας στη δωρεά του Θεού, γίνεται η
μήτρα που μας δωρίζει τον Ατίμητο, μας οδηγεί στο να κατανοήσουμε ότι τα δώρα
δεν είναι μόνο υλικά. Το δώρο είναι το Πρόσωπο που μας αγκαλιάζει ως Πατέρας,
Φίλος και Αδελφός και μας λυτρώνει από το κακό, τη φθορά και τον θάνατο. Αν δεν
ζήσουμε αυτή τη δωρεά, η γιορτή περιορίζεται στα επίγεια, δηλαδή σε ό,τι δεν
μπορεί να δώσει τελικό νόημα και σκοπό στην ύπαρξή μας, ό,τι παρηγορεί αλλά δεν
λυτρώνει.
Είναι γνωστή η ιστορία της αγρυπνίας ενός
σπουδαίου Πατέρα της Εκκλησίας, του Αγίου Ιερωνύμου, ο οποίος βρέθηκε στο
σπήλαιο της Βηθλεέμ και προσευχόταν τη νύχτα των Χριστουγέννων παρακαλώντας τον
Χριστό να του υποδείξει ποιο δώρο θα ήθελε από εκείνον. Η απάντηση του Χριστού
ήταν να του προσφέρει ο Άγιος την καρδιά του με τις αμαρτίες της, για να λάβει
την ίαση. Ας ξεκινήσουμε από αυτό το δώρο στον Χριστό, να κατανοήσουμε ότι η
καρδιά μας πάσχει από το εγώ, τα θέλω, τις επιθυμίες, την ψευδαίσθηση της αθανασίας
και της αιωνιότητας, την υπερηφάνεια, να δώσουμε στον Χριστό κάθε τι που μας
χωρίζει από Εκείνον και τον συνάνθρωπο και να ξεκινήσουμε μία καινούργια πορεία
αγάπης, συνάντησης με τον πλησίον και δωρεάς από πλευράς μας του εαυτού μας.
Για να έχουν και τα υλικά δώρα νόημα που ξεπερνά το πρόσκαιρο.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύτηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια»