«Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἰσῆλθεν ὁ ᾿Ιησοῦς εἰς Καπερναοὺμ, καὶ ἠκούσθη ὅτι εἰς οἶκόν ἐστι. Καὶ εὐθέως συνήχθησαν πολλοί, ὥστε μηκέτι χωρεῖν μηδὲ τὰ πρὸς τὴν θύραν· καὶ ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον» (Μάρκ. 2, 1-2)
«Τόν καιρό ἐκεῖνο, μπῆκε πάλι ὁ ᾿Ιησοῦς στὴν Καπερναοὺμ καὶ διαδόθηκε ὅτι βρίσκεται σὲ κάποιο σπίτι. ᾿Αμέσως συγκεντρώθηκαν πολλοί, ὥστε δὲν ὑπῆρχε χῶρος οὔτε κι ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα· καὶ τοὺς κήρυττε τὸ μήνυμά του».
Ένα από τα πρώτα θαύματα που έκανε ο
Χριστός στην επίγεια δράση Του ήταν αυτό της θεραπείας του παραλυτικού της
Καπερναούμ. 4 άνθρωποι τον κατέβασαν από τη στέγη, πάνω στο κρεβάτι. Και ο
Κύριος, βλέποντας την αγάπη τους για τον φίλο τους, βλέποντας την πίστη τους
ότι μόνο ο Ιησούς μπορούσε να τον γιατρέψει, αφού συγχώρεσε τις αμαρτίες του
παραλυτικού, του έδωσε και τη σωματική υγεία, εις πείσμα των γραμματέων, εκπροσώπων
δηλαδή της ιουδαϊκής παράδοσης, οι οποίοι δεν έβλεπαν τη δύναμη του Υιού του
ανθρώπου, ούτε την αγάπη Του προς τους πληγωμένους ανθρώπους, αλλά ερμήνευαν τα
λόγια Του τυπολατρικά, για να Τον απορρίψουν.
Κάνει ιδιαίτερη εντύπωση το ότι ο
Χριστός εισέρχεται στην Καπερναούμ και πηγαίνει να κηρύξει σε ένα σπίτι. Ο
ευαγγελιστής Μάρκος επισημαίνει ότι πλήθος συγκεντρώνεται εκεί, ώστε να μην
υπάρχει χώρος ούτε έξω από την πόρτα. Ένας συνωστισμός επικρατεί. Όλοι θέλουν
να ακούσουν τον λόγο του Χριστού. Και όλοι θα γίνουν μάρτυρες του θαύματος,
ώστε στο τέλος να δοξάζουν τον Θεό, λέγοντας ότι ουδέποτε είδαν τέτοιο θαύμα,
ένας παράλυτος άνθρωπος να σηκώνεται και να περπατά. Η εικόνα του συνωστισμού
φέρνει στον νου τη δίψα των ανθρώπων για αλήθεια. Τη δίψα των ανθρώπων για ζωή.
Τη δίψα των ανθρώπων για κάτι αυθεντικό.
Δεν είναι εικόνα ενός θεάματος, στο οποίο οι άνθρωποι περνούν τον χρόνο τους,
διασκεδάζουν, ξεχνούν τα προβλήματα της ζωής. Είναι η εικόνα των καρδιών που
δεν αντέχουν έναν κόσμο ανελεύθερο, έναν κόσμο στον οποίο δεν υπάρχει προσδοκία
για κάτι άλλο πέρα από τη ρουτίνα και τον θάνατο τελικά. Διότι αυτός ήταν ο
κόσμος εκείνη την εποχή, καθώς οι λαοί ήταν σκλαβωμένοι στη ρωμαϊκή ισχύ. Όμως
ο λαός αυτός που έσπευσε να ακούσει τον Χριστό είχα παραδόσεις, ένιωθε ότι
κάποια στιγμή θα εκπληρωθούν οι προφητείες που μιλούσαν για τον ερχομό του
Μεσσία και η ελπίδα τους ήταν στον Θεό.
Αυτό δε σημαίνει πως ο κόσμος εκείνος
δεν ήταν ευεπίφορος στην εξαπάτηση. Δεν έπεφτε εύκολα θύμα της δίψας του, με
αποτέλεσμα να τυραννιέται πνευματικά από την τυπολατρία των Φαρισαίων και των
γραμματέων. Γι’ αυτό και εκείνοι ήταν αντίθετοι με τον Χριστό. Διότι έβλεπαν
τον λαό ως πηγή της δικής τους εξουσίας, κάτι που σήμαινε ότι ο Χριστός, χωρίς
να αποσκοπεί σε κάτι τέτοιο, λειτουργούσε ως φόβητρο για τη δική τους θέση στην
κοινωνία. Ο φόβος και η αυθεντία ήταν οι βάσεις του συστήματος θρησκευτικής εξουσίας
που είχαν συγκροτήσει. Γι’ αυτό και
αμφισβήτησαν τη συγχώρηση των αμαρτιών που παρέσχε ο Χριστός στον παραλυτικό. Αμφισβήτησαν
κάθε θαύμα στην επίγεια δράση του Χριστού. Τυφλωμένοι πνευματικά, έκλεισαν τις
καρδιές και τον νου τους στην Αλήθεια.
Αυτό συμβαίνει και στους καιρούς μας. Οι άνθρωποι
σπεύδουν να ακολουθήσουν είτε λαοπλάνους είτε να βουτηχτούν στον άρτο και τα
θεάματα, όχι όμως επειδή έχουν αναζήτηση του γνήσιου και του αληθινού, αλλά από
φόβο για τη ζωή που περνά, για τον θάνατο που καραδοκεί, για το ότι δεν θα
ζήσουν το ιδανικό των καιρών που είναι η θεραπεία του εγώ, των επιθυμιών, η ψευδοευτυχία
τού να είσαι ένας μικρός θεός, που όλοι και όλα περιστρέφονται γύρω σου και η
παρουσία σου δηλώνει και θέλει να είναι εξουσία των πάντων. Μυριάδες άνθρωποι,
είτε στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης είτε στη βιομηχανία του θεάματος είτε στη
μόδα είτε στον τρόπο διασκέδασης ακολουθούν μαζικά σύγχρονους δημαγωγούς,
εκπροσώπους του star-system, ομάδες στον χώρο του αθλητισμού ή
και ιδέες και τεχνικές, καθώς και «γκουρού» της εποχής μόνο και μόνο για να
ξεχαστούν, για να καλύψουν το κενό νοήματος που κατά τα άλλα θριαμβεύει.
Στην πραγματικότητα, λείπει το Πρόσωπο εκείνο που είναι το Νόημα. Λείπει ο Χριστός της πίστης, Τον οποίο σήμερα οι άνθρωποι θεωρούν ξεπερασμένο. Και δεν σπεύδουν να Τον ακούσουν, γιατί θα κληθούν μετά να διαπιστώσουν τις μικρότερες ή μεγαλύτερες παραλυσίες τους, που πηγάζουν πνευματικά από την παράδοση στις αμαρτίες. Ο λαός της Καπερναούμ είχε ρίζες και αναζητούσε παρηγοριά στην πίστη. Γι’ αυτό και γίνεται μάρτυρας του θαύματος. Έχει κουραστεί να είναι συστημικός, μέλος ενός κόσμου στον οποίο ούτε ελευθερία ούτε αγάπη υπήρχε. Θα στραφούμε άραγε κι εμείς προς το Πρόσωπο του Χριστού που πάντοτε εν τη Εκκλησία θα μας αφυπνίζει και θα νοηματοδοτεί αυθεντικά τη ζωή μας, ακόμη κι αν δεν υπάρχει συνωστισμός γύρω Του; Χρειαζόμαστε τους φίλους του παραλυτικού. Ας γίνουμε εμείς οι φίλοι του κάθε παραλυτικού, αν θέλουμε να είμαστε αυθεντικοί χριστιανοί.
π. Θεμιστοκλής
Μουρτζανός
31 Μαρτίου 2024
Κυριακή Β’ Νηστειών