«Αναφυτρώσαν δύο περίεργα Άνθη:
ΘΛΙΨΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΤΕΡΜΑΤΟΣ
το ένα καλείται και ΔΥΣΦΟΡΙΑ ΠΟΛΛΗ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΚΕΝΤΡΕΧΗ ΑΥΤΗ ΜΟΙΡΑ το άλλο.
Ακόμα και τα ονόματα μακριά, τραχιά, δύσκολα, των Ανθέων»
(«Τέρμα»)
Συνοδοιπόροι Του προς έναν Μυστικό Δείπνο, μια Γεθσημανή αγωνίας και προσευχής, προς το φιλί της προδοσίας από όσους ομνύουν ότι Τον αγαπούν και μας αγαπούν. Δεν μπορεί να θλίβεται Εκείνος που έφτασε το τέρμα, κι όμως... Είναι Θεός και άνθρωπος. Δεν μπορεί εμείς να θλιβόμαστε και να δυσφορούμε για τον Σταυρό που Τον περιμένει και μας περιμένει, κι όμως... Είμαστε άνθρωποι κατά πάντα.
Εκείνος υπάκουσε. Εμείς έχουμε γνώμη. Εκείνος γνώριζε γιατί ήρθε. Εμείς νομίζουμε ότι γνωρίζουμε. Εκείνος πέθανε για να ζήσουμε. Εμείς θέλουμε να ζήσουμε, αδιάφορο αν θανατώνουμε Εκείνον. Εκείνος αγαπά και ζητά να αγαπούμε. Εμείς παγιδευθήκαμε στην αγάπη του εαυτού μας, για την οποία όλα επιτρέπονται, αρκεί να μην υπάρχει Θεός.
Τραχιά τα ονόματα των Ανθέων. Γεμάτα αγκάθια. Χωρίς ευωδιά. Χωρίς την παρηγοριά της ομορφιάς τους. Πόση σκληρότητα να αντέξεις, όταν ο Θεός έχει διαγραφεί από την ζωή μας;
Θα συνεχίσουμε να Τον λαχταρούμε. Θα συνοδοιπορήσουμε, έστω και εκ του μακρόθεν. Θα το νιώσουμε το δάκρυ Του, πού θα πάει...
π. Θ.
16 Απριλίου 2020
Μεγάλη Πέμπτη