«Ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μή κώμαις καί μέθαις, μή κοίταις καί ἀσελγείαις, μή ἔριδι καί ζήλῳ» (Ρωμ. 13, 13)
«Η διαγωγή μας ας είναι κόσμια, τέτοια που ταιριάζει στο φως. Ας πάψουν τα φαγοπότια και τα μεθύσια, η ασύδοτη και ακόλαστη ζωή, οι φιλονικίες και οι φθόνοι».
Η περίοδος της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής είναι μία ευλογημένη περίοδος και ανασύνταξης των πνευματικών μας δυνάμεων και αυτογνωσίας και θετικής πορείας. Δεν μιλούμε για την «θετική ενέργεια» που ο κόσμος σήμερα, επηρεασμένος από θρησκευτικές ιδέες της Ανατολής, αποδέχεται. Μιλάμε για τον άνθρωπο που έχει αποφασίσει να λέει ΝΑΙ στον Θεό και τον συνάνθρωπο, ΝΑΙ στην αγάπη, ΝΑΙ σε μία πορεία που βλέπει την ζωή με χαρά και αισιοδοξία, που βγάζει ό,τι καλό από μέσα και το μοιράζεται με τους άλλους. Αυτός ο τρόπος ζωής συνδυάζεται με την νηστεία, η οποία για την πίστη είναι χαροποιός. Δεν είναι μόνο η αλλαγή διατροφής. Είναι η επιλογή ότι κάνοντας υπακοή στην Εκκλησία ζούμε την οδό της χαράς, διότι έχουμε σημείο αναφοράς, την πίστη, διότι διαπλέουμε ένα πέλαγος στο οποίο το λιμάνι είναι η Ανάσταση, ακόμη κι αν οι φουρτούνες είναι πολλές.
Στο ξεκίνημα όμως αυτής της πορείας, η Εκκλησία διά του Αποστόλου Παύλου, μας προτρέπει να δούμε τόσο εντός μας όσο και στις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους, το ήθος που μας διακρίνει. Ζητά από μας να περπατούμε «ευσχημόνως». Ως άλλοι «ευσχήμονες» Ιωσήφ, χωρίς θόρυβο, παρόντες την κρίσιμη ώρα όταν οι άλλοι φοβούνται και κρύβονται, με σεμνότητα και σταθερότητα, να είμαστε έτοιμοι να ζητήσουμε τον Χριστό. Προϋπόθεση το να αφήσουμε πίσω ό,τι μας χωρίζει από την αγάπη Του.
«Ευσχημόνως περιπατήσωμεν». Να αφήσουμε πίσω τα φαγοπότια και τα άσκοπα γέλια, την διακωμώδηση που αυτά φέρνουν, όπως επίσης και την μέθη. Δεν ζητά η Εκκλησία να μην φάμε και να μην πιούμε. Ζητά από εμάς το μέτρο. Να τρώμε για να ζούμε και όχι να ζούμε για να τρώμε. Δεν ζητά η Εκκλησία να μην συναντούμε τους συνανθρώπους μας στην τροφή. Ζητά να μην γελάμε με την αμαρτία και την πτώση των άλλων, να μην είναι η γλώσσα μας πικρή, να μην είναι η συνάντησή μας χωρίς κοινωνία, χωρίς αφήγηση και συζήτηση για τα ουσιώδη της ζωής, για τον Θεό, τον άνθρωπο, την αλήθεια, την αιωνιότητα. Το έχουμε λησμονήσει αυτό στις συνάξεις μας οι άνθρωποι. Εκκοσμικευμένοι και αδύναμοι να επικοινωνήσουμε, έχουμε αφήσει την χαρά και διαλέγουμε την ευχαρίστηση. Ο θόρυβος της μουσικής και του χορού δεν μας αφήνει να συζητήσουμε, να μοιραστούμε τα προβλήματα και τους προβληματισμούς μας, τις ελπίδες και τα άγχη μας. Γι’ αυτό και η νηστεία ας είναι ευκαιρία αληθινής επικοινωνίας.
«Ευσχημόνως περιπατήσωμεν». Ας πάψει η ασύδοτη και η ακόλαστη ζωή, μας προτρέπει ο απόστολος Παύλος. Η Εκκλησία δεν έχει πάψει να ζητά αγάπη μεταξύ των ανθρώπων. Η Εκκλησία ευλογεί την συνάντηση των ανθρώπων ως προσώπων, ως ψυχοσωματικών υπάρξεων. Ζητά από εμάς όμως να μην απολυτοποιούμε το σώμα, αλλά να το συγκρατούμε, χάριν Θεού. Να κάνουμε άσκηση. Να ελέγχουμε την πορεία μας. Να βάζουμε μέτρο. Αλλά και να δούμε τους εαυτούς μας, ιδίως στους καιρούς μας, οπότε και θριαμβεύει η σαρκική επιθυμία, ιδίως με την πρόκληση της εικόνας. Ντύσιμο, σεμνότητα, αποκοπή από θεάματα που ξεσηκώνουν την ύπαρξη, έλεγχος του λογισμού όταν βλέπει τον άλλο ως αντικείμενο, ως σάρκα, είτε στην κανονική είτε στην εικονική πραγματικότητα, αστάθεια στις σχέσεις μας, σταμάτημα της πρόταξης να είμαστε σαρκικοί άνθρωποι. Η πνευματικότητα προϋποθέτει θέαση της αγάπης ως εισόδου στην αιωνιότητα. Η πνευματικότητα είναι προσευχή και ζήτηση του Θεού και θέαση του ανθρώπου ως βοηθού μας στην πορεία αυτή, όχι ως μοναδικής προτεραιότητας.
«Ευσχημόνως περιπατήσωμεν». Να αρνηθούμε τις φιλονικίες και τους φθόνους, δηλαδή τα παιχνίδια εξουσίας για το ποιος έχει δίκιο, όπως επίσης και την άρνησή μας να αποδεχτούμε τον άλλον με τα χαρίσματά του ως πηγή χαράς. Ο φθόνος πηγάζει από την ανασφάλειά μας και την ζήλεια μας, από μία συνεχή σύγκρισή μας με τους άλλους, η οποία δεν έχει νόημα, διότι κάθε χάρισμα και κάθε δωρεά είναι από τον Θεό. Άλλα έχουμε εμείς, άλλα ο άλλος. Ας μην σπαταλούμε τον χρόνο μας διαλύοντας την αγάπη και οδηγούμενοι στην κακία. Η φιλονικία πάλι πηγάζει από ένα αίσθημα ότι πρέπει να δικαιωθούμε και να επικρατήσουμε τόσο ως πρόσωπα όσο και ως προς τις θέσεις μας για την ζωή και τους άλλους και αυτό μπορεί να γίνει με φωνές, με ύβρεις, με θυμό, με οργή, δηλαδή με τον τρόπο της εξουσίας. Η οδός της πίστης προϋποθέτει απέκδυση και των δύο αυτών καταστάσεων.
Ας κάνουμε την αυτοκριτική μας αυτό το ευλογημένο διάστημα. Ας στραφούμε στον έσω άνθρωπο. Με το «ευσχημόνως περιπατήσωμεν» ας γίνουμε έτοιμοι για τα ουσιώδη. Ας αγαπήσουμε και ας προχωρήσουμε με ταπείνωση και εμπιστοσύνη στον Θεό και, κυρίως, ας είμαστε συνειδητά μέλη της ζωή της Εκκλησίας, όχι για να επανέλθουμε μετά το Πάσχα στην προτέρα κατάσταση, αλλά για να εισέλθουμε σε έναν δρόμο στον οποίο θα μπορούμε να εκτιμούμε τι στην πραγματικότητα δίνει αληθινή χαρά, από τι ζούμε, που για μας είναι ο Θεός!
Κέρκυρα, 1η Μαρτίου 2020
Κυριακή της Τυρινής