4/6/16

ΒΙΑ ΚΑΙ ΦΑΝΑΤΙΣΜΟΣ ΣΤΑ ΓΗΠΕΔΑ ΚΑΙ Ο ΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

              
Ο αθλητισμός είναι μία από τις διεξόδους του σύγχρονου νέου στην προσπάθειά του να βρει ταυτότητα, δηλαδή να ανήκει σε μία κοινότητα ανθρώπων που έχουν κοινά ενδιαφέροντα, βρίσκουν θέματα συζήτησης, μπορούν να περάσουν ευχάριστα στον ελεύθερο χρόνο, αξιοποιούν τα διαδικτυακά Μέσα Ενημέρωσης, στα οποία οι αθλητικές ιστοσελίδες κατέχουν μεγάλο μερίδιο. Πολλοί νέοι εξάλλου είναι αθλητές. Είναι όμως φανερό σε όλους ότι ο αθλητισμός συνδέεται με έναν πρωτοφανή φανατισμό, αποτελεί κατά καιρούς το άλλοθι για πράξεις βίας και γενικότερα τροφοδοτεί ένα κλίμα αντιπαράθεσης και κατασκευής εχθρών.  Βεβαίως η ταυτότητα, για να νοηματοδοτηθεί, προϋποθέτει και την αντίθεση. Την ύπαρξη ενός άλλου, διαφορετικού, σε αντίθετη κατεύθυνση από εμάς. Υπάρχει όμως απόσταση από την προσκόλληση σε μία ομάδα μέχρι την επιλογή στην πράξη της επιβολής της ανωτερότητάς της, η οποία κανονικά μόνο στους αθλητικούς χώρους μπορεί να αποδειχθεί ότι υφίσταται, αν και ο αυθεντικός αθλητισμός στηρίζεται στην έννοια της χαράς που προκαλεί στους ενασχολούμενους μ’  αυτόν και όχι στην έννοια της επικράτησης εις βάρος των άλλων.
         Ο φανατισμός καλλιεργείται και από την εμπορευματοποίηση του αθλητικού ιδεώδους για λόγους κοινωνικού κύρους, από τους παράγοντες που ασχολούνται μ’  αυτόν. Την ίδια στιγμή, ολοένα και περισσότερο,  διαφαίνεται η αδυναμία και αποτυχία της πολιτείας να επιβάλει κανόνες  οι οποίοι θα διασφαλίσουν ισότητα και αξιοπρέπεια στον χώρο, θα χτυπήσουν το κακό στη ρίζα του, που είναι τα υπαρξιακά κενά των νέων, θα επαναφέρουν τον αθλητισμό στο νόημα της χαράς που προσφέρει και, κυρίως, δε θα αφήνουν τους νέους να πιστεύουν ότι κάτι που συμπληρώνει την καθημερινότητά τους, μπορεί να γίνει ο σκοπός της.
              Ο νέος δε μαθαίνει να συζητά σήμερα, καθώς στο σχολείο αντιμετωπίζει είτε έναν μονόλογο που σκοπό έχει την παράδοση  μιας εξοντωτικής ύλης, είτε δε συναντά εύκολα εκπαιδευτικούς που τον βοηθούν να αυτενεργεί. Από την άλλη, οι νεανικές παρέες, τα κινητά και τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης δεν προσφέρονται για συζητήσεις που θα βοηθήσουν στη νηφάλια αποτίμηση και των αθλητικών γεγονότων και του συναγωνισμού των ομάδων, αλλά οδηγούν στην αυτοπροβολή, στην διαμόρφωση θριαμβευτικού κλίματος εις βάρος των άλλων, στην αιτιολόγηση της ήττας ως αποτελέσματος αδικίας, αλλά και στην μη αποδοκιμασία κακών συμπεριφορών, οι οποίες οφείλονται πάντοτε στο κακό που προκαλούν οι άλλοι, ποτέ οι δικοί μας.
           Η Εκκλησία καλείται να συμβάλει στο να διαμορφώσουν οι νέοι ταυτότητα, με επίγνωση της διαφορετικότητάς τους, αλλά όχι με την συντριβή, τη γελοιοποίηση, την τελική εξόντωση του άλλου. Στηριγμένη στην αγάπη που ξέρει να μας κάνει να συνυπάρχουμε, η Εκκλησία μπορεί, μέσα από τις ενοριακές συντροφιές της και τις κατασκηνώσεις του καλοκαιριού, με τον λόγο της, αλλά και με την καλλιέργεια αυθεντικού αθλητικού πνεύματος, να βοηθήσει ώστε ο νέος να χαίρεται τον αθλητισμό και να μην τον καθιστά αυτοσκοπό επιβολής.   Κάτι τέτοιο προϋποθέτει απαγκίστρωση από την αγκύλωση ότι τα ενδιαφέροντα των νέων έχουν να κάνουν με την εκκοσμίκευση και αξιοποίηση όσων στελεχών της Εκκλησίας, κληρικών και λαϊκών, ενδιαφέρονται για τον αθλητισμό. Πρωτίστως όμως με την καλλιέργεια ήθους χαράς και την συναίσθηση ότι όταν ανήκουμε στον Χριστό και την πίστη ο άλλος είναι οικείος μας, ακόμη κι αν υποστηρίζουμε διαφορετικές ομάδες!     

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Ορθόδοξη Αλήθεια»
στο φύλλο της 6ης Απριλίου 2016