Σε
μία από τις πιο ανθρώπινες στιγμές της επιγείου δράσης Του ο Χριστός
ευσπλαχνίσθηκε το λαό που Τον άκουε να κηρύττει σε έναν έρημο τόπο και είχε κουραστεί και πεινάσει, καθώς είχε
περάσει όλη την ημέρα κοντά Του. Έτσι, ο Κύριος, παρότι η τροφή ήταν ελάχιστη
και δεν έφτανε ίσως ούτε για τον Ίδιο και τον κύκλο των μαθητών Του, θα πάρει
στα χέρια Του τους πέντε άρτους και τους δύο ιχθύας και «αναβλέψας εις τον
ουρανόν» (Ματθ. 14, 19) θα τα
ευλογήσει, για να πολλαπλασιαστούν, να θρέψουν πέντε χιλιάδες άνδρες, καθώς και
τις γυναίκες και τα παιδιά και θα αφήσει να περισσέψουν δώδεκα μεγάλα καλάθια
από την τροφή που προέκυψε, για να αρνηθεί στη συνέχεια να γίνει βασιλιάς, όπως
οι Ιουδαίοι επεχείρησαν να Τον ανακηρύξουν, ενθουσιασμένοι από το θαύμα και
επειδή πίστεψαν ότι είχε βρεθεί η λύση στο βιοτικό τους πρόβλημα.
Εντύπωση
μας κάνει το γεγονός ότι ο Χριστός, πριν κάνει το θαύμα κι ενώ κρατούσε στα
χέρια Του την ανθρώπινη τροφή, σήκωσε τα μάτια Του στον ουρανό και ευλόγησε την
ύλη. Μ’ αυτή την κίνηση ο Κύριος μάς
δείχνει πως τα πάντα ανάγονται στο Θεό. Εκείνος είναι που δημιούργησε τον
κόσμο. Εκείνος είναι μας δίνει τα αγαθά για την επιβίωσή μας. Εκείνος είναι που
μεριμνά για τις ανάγκες μας. Εκείνος είναι που μας δίδει τον Λόγο του, για να
χορτάσουμε την πνευματική μας πείνα για νόημα, ελπίδα, σκοπό. Ακόμη κι αν ο άνθρωπος
φαίνεται ότι από μόνος του ρυθμίζει τα της ζωής, όποιος πιστεύει, ζητά από τον
Θεό και «ο αιτών λαμβάνει και ο ζητών ευρίσκει και τω κρούοντι ανοιγήσεται» (Ματθ. 7,8).
Μυστήριο είναι η σχέση ουρανού και γης.
Έχει μία ιερότητα μοναδική. Η πηγή της ζωής και ο Δοτήρ των Αγαθών, Εκείνος που
δεν έχει καμία ανάγκη και όχι μόνο υλική, αφού είναι ο Ίδιος η πληρότητα των
πάντων, δια των ακτίστων ενεργειών Του, δημιούργησε και ασχολείται με το
κτιστό. Το αναδημιουργεί και το ανιστά από τον θάνατο κάθε μορφής. Και του
δείχνει συνεχώς την ζωοποιό αγάπη, που είναι χαρακτηριστικό του Παναγίου Θεού,
όχι μόνο με πνευματικό ή σωτηριολογικό τρόπο, αλλά ακόμη και με υλικό. Η κίνηση
του Χριστού να στραφεί προς τον Ουρανό ακριβώς αυτό υποδηλώνει. Να δείξει στον
άνθρωπο ότι για κάθε αγαθό αυτής ή της αιώνιας ζωής ο άνθρωπος καλείται να
στραφεί προς το Θεό ως τον Πατέρα Του και να αφεθεί στο μυστήριο της
ανταπόκρισης που πηγάζει από την αγάπη.
Αυτό δεν συνεπάγεται την ανθρώπινη απραξία. Το
θαύμα έγινε άπαξ. Το μυστήριο όμως, στις
ουσιαστικές του διαστάσεις, βιώνεται συνεχώς, μέσα από την ευχαριστιακή σχέση
ανθρώπου και Θεού. Ο άνθρωπος καλείται να αναβλέπει προς τον ουρανό κάθε
στιγμή της ζωής του. Να δοξάζει και να ευχαριστεί το Θεό για κάθε τι που του
δίδει, ακόμη κι αν αυτό φαίνεται σταυρός και δοκιμασία. Να εμπιστεύεται το Θεό
ως Πατέρα. Και να απολαμβάνει ό,τι έχει λάβει, ακόμη κι αν φαίνεται μικρό, με
πνεύμα δοξολογίας και ευγνωμοσύνης. «Από Θεού άρξασαθαι». Είναι μία οδός που,
χωρίς να απαξιώνει τον ανθρώπινο κόπο, αφήνει στον καθέναν μας να κατανοήσει
ότι κόπος και εμπιστοσύνη γεννούν το μυστήριο. Αλλά και ότι «ουκ επ’ άρτω μόνο
ζήσεται άνθρωπος» (Ματθ. 4,4).
Η ευλογία που παρείχε ο Χριστός στους άρτους και τους ιχθύες είναι το
δεύτερο σημείο, στο οποίο αξίζει να σταθούμε. Είναι το ορατό σημείο του
θαύματος. Ευλογώ σημαίνει λέω καλώ λόγο. Σημαίνει ζητώ από το Θεό την
αφθονία σε ό,τι ξεκινώ ή σε ό,τι κρατώ. Μία αφθονία που γνώμονα έχει όχι την
προσωπική μου αυτάρκεια, αλλά την προσφορά στους άλλους. Γιατί αυτός ήταν ο
λόγος που ο Χριστός ευλόγησε τα υλικά αγαθά. Όχι για να καταστήσει τους
ανθρώπους πλούσιους από αυτά, αλλά για να τους στηρίξει, να τους δώσει την χαρά
να ζήσουν στην πληρότητα όχι μόνο της ψυχής εκ του λόγου Του, αλλά και του
σώματος, εκ της τροφής. Γι’ αυτό και η Εκκλησία ευλογεί κάθε ανθρώπινο έργο.
Όχι για να το καταστήσει αυτοσκοπό. Αλλά για να δώσει στον άνθρωπο να καταλάβει
ότι το μυστήριο της σχέσης του με το Θεό αγιάζει την πορεία του, όχι όμως για
να καταστεί ο ίδιος αυτάρκης, εγωκεντρικός και να αφεθεί στην απόλαυση των
αγαθών για τον εαυτό του. Κάθε έργο μας
είναι ευλογημένο όταν στοχεύει και στην προσφορά στους άλλους. Αλλιώς
υπολείπεται και μπορεί να μετατραπεί σε παγίδα, που θα μας καταπιεί.
Τέλος, ο Χριστός θα δώσει στους
μαθητές Του τα υλικά αγαθά για να τα προσφέρουν με τη σειρά τους στο λαό. Κάθε
κίνηση, κάθε έργο, πνευματικό και υλικό, χρειάζεται τους διακόνους του. Δεν
μοίρασε την τροφή ο ίδιος ο Χριστός, όχι μόνο για πρακτικούς λόγους, αλλά και
γιατί ήθελε να δείξει στους μαθητές Του ότι κάθε έργο δεν μπορεί να είναι
ατομικό. Χρειάζεται μία δράση συλλογική. Που να περιλαμβάνει και άλλους, οι
οποίοι θα ενστερνίζονται το μυστήριο, την ευλογία, την αγάπη. Συνήθως οι
άνθρωποι περιμένουμε έτοιμη την τροφή μας, υλική και πνευματική. Αξίζει όμως να συμβάλουμε αν όχι στην
παρασκευή της, τουλάχιστον στην προσφορά και στην διάδοσή της.
Το τελευταίο υποδηλώνει την
ανάγκη για αλλαγή νοοτροπίας στη ζωή μας. Συνήθως οι εμπερίστατοι παγιδεύονται
στη λογική ότι ο κόσμος και η κοινωνία έχουν καθήκον να τους θρέψουν, να τους
βοηθήσουν, να τους ενισχύσουν, χωρίς οι ίδιοι να χρειάζεται να κάνουν κάτι.
Δικαιούνται την αγάπη, αλλά χωρίς κόπο
δικό τους. Ο Χριστός όμως δεν έκανε το θαύμα για ανθρώπους που συνάντησε
τυχαία, αλλά για εκείνους που κοπίασαν ακούγοντάς Τον ολόκληρη την ημέρα. Και
έστειλε τους μαθητές Του, για να δείξει στους ανθρώπους ότι δεν είναι μόνος
Του, όπως επίσης και ότι ο καθένας μπορεί να συμβάλει στο οποιοδήποτε έργο.
Γιατί είναι βέβαιο ότι τους μαθητές στην συγκέντρωση των κλασμάτων τους
βοήθησαν και κάποιοι από τους ανθρώπους που έφαγαν και χόρτασαν. Ας μη μένουμε
λοιπόν σε μία παθητική φιλανθρωπία από την μία και από την άλλη ας προτρέπουμε
όσους έχουν ανάγκη να καταβάλουν τον δικό τους κόπο, ώστε να δείχνουν και να
αισθάνονται ότι παλεύουν για αυτό που τους χαρίζεται ως δωρεά και ευλογία.
Η ευχαριστιακή σχέση, η ευλογία που γίνεται προσφορά και όχι αυτάρκεια
και η συμμετοχή μας σε κάθε έργο, υλικό και πνευματικό αποτελούν στοιχεία του
μυστηρίου που χαρακτηρίζει τη σχέση Θεού και ανθρώπου. Και η Εκκλησία πάνω
στο μυστήριο πορεύεται, για να υποδεικνύει στον καθέναν το χρέος του που δεν είναι
μόνο πνευματικό, αλλά έχει να κάνει και με την θεραπεία των ανθρώπινων αναγκών
στο μέτρο του εφικτού, μέσα όμως από το πρίσμα της συνάντησης του ουρανού και
της γης. Αυτός ο δρόμος της Εκκλησίας αποτελεί μία ευκαιρία θέασης του κόσμου και
της ζωής που αλλάζει τα δεδομένα και τις προκαταλήψεις της εποχής μας έναντι
της πίστης. Καιρός λοιπόν για αυτοσυνειδησία και επανεύρεση του αληθινού
νοήματος της σχέσης μας με το Χριστό και την Αλήθεια του Ευαγγελίου και βίωση
αυτού του νοήματος στη ζωή μας.