Λίγες
μέρες πριν από το Πάθος του Κυρίου μας οι δύο από τους μαθητές Του, ο Ιάκωβος
και ο Ιωάννης, οι υιοί Ζεβεδαίου, Τον πλησιάζουν και Του ζητούν «όταν εγκαταστήσει την ένδοξη
βασιλεία Του να τους βάλει να καθίσουν έναν από τα δεξιά Του και έναν από τα
αριστερά Του» (Μάρκ. 10, 37). Το αίτημα
των υιών Ζεβεδαίου προκαλεί την οργή των υπόλοιπων μαθητών, ίσως γιατί δεν
πρόλαβαν να το ζητήσουν εκείνοι πρώτοι,
ίσως γιατί αισθάνθηκαν την θρασύτητα της φιλοδοξίας τους. Είναι γεγονός, πάντως, ότι ο Χριστός
απορρίπτει το αίτημα και χωρίς να κατακρίνει την φιλοδοξία των μαθητών Του, της
δίδει άλλο τρόπο εκπλήρωσης, ανατρέποντας τα δεδομένα με τα οποία εκείνοι
πορεύονται.
Δεν
απορρίπτει ο Χριστός την φιλοδοξία των μαθητών Του να είναι πρώτοι. Δεν
απορρίπτει την φιλοδοξία κανενός ανθρώπου να κάνει κάτι ξεχωριστό, να γίνει
κάποιος ξεχωριστός στη ζωή άνθρωπος. Δεν αρνείται ο Κύριος την φιλοπρωτία. Δεν
ζητά από τους ανθρώπους να μένουν
στάσιμοι στη ζωή τους. Να μην θέλουν να προχωρούν, να μην ανεβαίνουν στα
σκαλοπάτια της ζωής τους, αλλά να παραμένουν κρυμμένοι πίσω από τους άλλους, με
την αιτιολογία ότι δεν κάνει να προκαλούν. Ο Χριστός όμως ζητά από τους μαθητές
Του να έχουν μία άλλην φιλοδοξία. Να διακριθούν δια της διακονίας, να διακριθούν
με το να είναι «πάντων δούλοι». Να διακριθούν δια της προσφοράς της ίδιας τους
της ζωής. Και αυτός ο δρόμος αποτελεί το ποτήριο, το οποίο καλείται να πιει
αυτός που θέλει να ξεχωρίσει από τους άλλους.
Είναι
ανατρεπτική αυτή η έκφραση της φιλοδοξίας. Η διακονία προϋποθέτει παραίτηση από
το εξουσιαστικό πνεύμα. Δεν φιλοδοξώ να εξουσιάσω, να κυριαρχήσω απέναντι στους
άλλους. Δεν ζητώ αυτούς που θα με διακονήσουν, που θα μου προσφέρουν στη ζωή
μου. Αντίθετα, επιλέγω εγώ να διακονήσω τους άλλους, να προσφέρω σ’ αυτούς ό,τι
έχω και ό,τι μπορώ να τους δώσω. Προσανατολίζω τη ζωή μου να έχει για να δώσει.
Και καθιστά το δόσιμο της διακονίας τον σκοπό της ζωής μου. Παράλληλα, επιλέγω
να είμαι πάντων δούλος. Αυτό σημαίνει όχι μόνο να μη θέλω να εξουσιάζω, αλλά
παραιτούμε και από την ίδια μου την ελευθερία. Δεν θέλω να κάνω πράξη τα
δικαιώματα που έχω στη ζωή μου, όχι μόνο δεν τα ασκώ, αλλά χάριν της αγάπης των
άλλων, στερούμαι εκούσια και την ελευθερία μου. Δεν επιλέγω το θέλημά μου. Δεν
ζητώ το δίκιο μου. Δέχομαι να μου φέρονται ως δούλο, ως υπηρέτη τους οι άλλοι.
Είμαι πρόθυμος να προσφέρω την ύπαρξή μου, για ό,τι θα ωφελήσει τον αδελφό μου.
Και γι’ αυτό, επειδή ο δούλος δεν έχει δικαιώματα, αλλά κάνει ό,τι του λέει ο
κύριός του, κι εγώ είμαι πρόθυμος να εκπληρώσω το λόγο των άλλων, να τους
συνδράμω σε ό,τι έχουν ανάγκη, χωρίς να μένω στο αν πρέπει ή όχι. Αφού κριτήριο
της ζωής μου είναι ο αδελφός μου και όχι το «εγώ» μου, θα βρω χρόνο γι’ αυτόν. Θα συγχωρήσω τα παραπτώματά
του. Θα ανεχτώ τις δυσκολίες του χαρακτήρα του. Και θα προσπαθήσω, μέσα από την
διακονία μου προς εκείνον, να τον κάνω να συναντήσει το Θεό. Γιατί αυτός είναι
ο απώτερος σκοπός αυτής μου της στάσης. Να γνωρίσουν κι άλλοι το Θεό. Αυτή
είναι η φιλοδοξία μου. Να έρθουν οι άνθρωποι που γνωρίζω και διακονώ σε
κοινωνία με το Θεό. Και γι’ αυτό μπορώ να δώσω όλη μου τη ζωή. Να μην κρατήσω τίποτε
για τον εαυτό μου. Ούτε καν το δικαίωμα στη σωτηρία. Αρκεί να σωθούν οι άλλοι.
Ανατρεπτική
και σκανδαλώδης η στάση του Χριστού. Ιδίως για όλους εμάς που έχουμε μάθει να
μετράμε ακόμη και τη σχέση μας με το Χριστό με βάση τι μας ωφελεί. Με βάση τι
καλύπτει τις φιλοδοξίες μας για πρόοδο και άνοδο στη ζωή μας. Καθόλου δεν
αφήνουμε την εκκοσμικευμένη λογική της φιλοδοξίας να έχουμε αγαθά, αποδοχή από
τους ανθρώπους, να δούμε τους εαυτούς μας και τους οικείους μας, ιδίως τα
παιδιά μας, να προχωρούν, να έχουμε υγεία και ζωή και χαρές. Το συνηθέστερο
μάλιστα είναι να ζητούμε από το Χριστό να μας δίνει δίκιο σε ό,τι κάνουμε. Στις
σχέσεις μας με τους άλλους. Στις φιλοδοξίες μας να είμαστε το κέντρο του κόσμου
και οι άλλοι να προσαρμόζονται σ’ αυτά
που θέλουμε. Σ’ αυτό το κλίμα που αγγίζει πολλούς μέσα στην Εκκλησία,
καλούμαστε να προσεγγίσουμε τον τρόπο της έκφρασης της φιλοδοξίας, όπως τον
βλέπει ο Χριστός. Γιατί εμείς Εκείνον καλούμαστε να έχουμε ως πρότυπο και
Εκείνου τα λόγια να ακολουθούμε.
Το
να εκπληρώσουμε τις φιλοδοξίες μας με τον τρόπο του Χριστού είναι η απόδειξη πρόσληψης
του ποτηρίου, το οποίο Εκείνος μάς δίνει. Το μόνο βέβαιο είναι ότι δεν μας
υποσχέθηκε άνεση και δόξα κοσμική. Γι’ αυτό και ο σκοπός της πνευματικής ζωής
είναι να μας εξοικειώσει μ’ αυτόν τον τρόπο και δρόμο. Όχι για να απογοητευτούμε
ή για να παραιτηθούμε από την φιλοδοξία μας. Το αντίθετο. Για να αγωνιστούμε
ώστε να εκπληρωθεί. Όσο κι αν φαίνεται
παράδοξο, η ανάληψη του σταυρού μας αποτελεί τον τρόπο εκπλήρωσης της
φιλοδοξίας μας να είμαστε πρώτοι. Και η υπενθύμιση στον εαυτό μας ότι ο αγώνας
μας είναι να αφήσουμε στην άκρη τον τρόπο
του κόσμου, που ζητά την κυριάρχηση και τον κατεξουσιασμό και να μιμηθούμε τον
Κύριό μας που δεν ήρθε για να
διακονηθεί, αλλά για να διακονήσει, αποτελεί την επιστροφή μας στο γνήσιο
χριστιανικό ήθος.
Καγχάζει
ο κόσμος σε μια τέτοια θεώρηση. Καγχάζει ίσως και ο ίδιος μας ο εαυτός που άλλα
έχει ως προτεραιότητα. Η Εκκλησία όμως ζητά από τον καθέναν μας να δει τις
φιλοδοξίες του μέσα από την πνευματική προοπτική. Και να λειτουργήσει σε
προσωπικό και σε συλλογικό επίπεδο, όπως θέλει ο Χριστός. Όχι για να
αλλάξει ο κόσμος. Αλλά γιατί η ταπεινή
διακονία αποτελεί την έκφραση της δικής μας αγάπης προς το Πρόσωπό Του. Και από
δω ξεκινά ο γνήσιος δρόμος της μετοχής μας στη ζωή της Εκκλησίας.
Κέρκυρα, 21
Απριλίου 2013