Οι άνθρωποι σήμερα
πιστεύουμε ότι το κακό είναι αποτέλεσμα των δικών μας λανθασμένων επιλογών ή το
θεωρούμε μία περίπου φυσική κατάσταση, την οποία δύσκολα μπορούμε να
αντιμετωπίσουμε. Ιδιαίτερα στις ανθρώπινες σχέσεις, το κακό είναι μία κατάσταση
που συναντούμε στους άλλους ανθρώπους όταν βλέπουμε ότι δεν συμπεριφέρονται
όπως εμείς θα θέλαμε, όταν βλέπουμε ότι δεν έχουν αγάπη, όταν κοιτάζουν το
συμφέρον τους, όταν λειτουργούν με μικρότητα. Απέναντι στο κακό συνήθως δύο απαντήσεις βρίσκουμε: η μία
έχει να κάνει με το νόμιμο, τη χρήση δηλαδή από την πλευρά μας των μέσων που η
ανθρώπινη κοινωνία έχει δοκιμάσει να εφαρμόσει προκειμένου το κακό να μην
επικρατήσει. Και αυτά έχουν να κάνουν με την έννοια της δικαιοσύνης. Το κακό
ταυτίζεται με την αδικία. Οι νόμοι αποκαθιστούν την δικαιοσύνη και την τάξη σε
μία κοινωνία. Έτσι καταφεύγουμε στη συνδρομή τους, προκειμένου να μην
επικρατήσει το άδικο στη ζωή. Τα αποτελέσματα βεβαίως δεν είναι πάντοτε όπως θα
τα θέλαμε. Από την μία δεν είναι βέβαιο ότι κι εμείς δεν έχουμε αδικία και κακό
στη σκέψη μας και στη συμπεριφορά μας έναντι των άλλων και από την άλλη,
συνήθως ο νόμος είναι υπέρ του ισχυρού ή εκείνου που γνωρίζει να τον ερμηνεύει
με τέτοιο τρόπο που να επιβάλλει το δικό του θέλημα. Ο δεύτερος τρόπος είναι η
απομάκρυνση από εκείνον που πράττει το κακό. Καταλαβαίνουμε ότι δεν μπορούμε να
αντιμετωπίσουμε μία κακή στάση ζωής, μία κακή συμπεριφορά και επιλέγουμε να
αποστασιοποιηθούμε από τον εκφραστή της.
Στην πνευματική ζωή το κακό δεν είναι
απρόσωπο. Ξεκινά από τον εφευρέτη του που είναι ο διάβολος. Ο Θεός δεν
δημιούργησε το κακό. Αυτό έρχεται ως αποτέλεσμα επιλογής, τόσο των πνευματικών
υπάρξεων όπως είναι ο διάβολος και οι δαίμονες, όσο και ημών των ανθρώπων. Το κακό έγκειται στον χωρισμό της ύπαρξης
από το Θεό και την αγάπη Του και την επιλογή της αυτοθεοποίησης. Αυτή η στάση ζωής οδηγεί στην ουσιαστική
μοναξιά τον άνθρωπο. Και δεν είναι μόνο η μοναξιά σε σχέση με το Θεό. Είναι
και η μοναξιά σε σχέση με τον κόσμο. Ο αυτοθεοποιημένος άνθρωπος δεν μπορεί να έχει
γνήσια κοινωνία με τον πλησίον. Είναι παραδομένος στην ιδιοτέλεια. Βλέπει
υποτιμητικά, ως αντικείμενο τον συνάνθρωπό του. Θέλει τους άλλους για την
προσωπική του ευχαρίστηση, για να επιβεβαιώνουν την εξουσία του. Μεταμφιέζεται ακόμη
και σε ταπεινό, για να πετύχει την δόξα των ανθρώπων με κάθε τρόπο. Στην πράξη όμως ζει μία εσωτερική έρημο. Είναι
γυμνός από διαρκή χαρά και αρκείται στις στιγμιαίες ηδονές που του δίνουν την
ψευδαίσθηση της ικανοποίησης, στην ουσία όμως τον κρατούν στο μνήμα της
απουσίας της αγάπης. «Ελαύνεται υπό του δαίμονος εις τας ερήμους» της
ακοινωνησίας (Λουκ. 8, 29). Και στην
ουσία βιώνει το κακό με τέτοιον τρόπο που αλυσοδένεται σ’ αυτό, χωρίς να μπορεί
να ελευθερωθεί αληθινά, ακόμη κι αν δείχνεται ελεύθερος.
Έναν
τέτοιο δαιμονισμένο συναντά ο Κύριός μας στην περιοχή των Γαδαρηνών. Αυτόν που
δεν μπορούσε να έχει σχέση με τους ανθρώπους και ζώντας στην έρημο είχε
εγκλωβιστεί στον εαυτό του, τον οποίο είχε παραδώσει στην κυριαρχία του
δαιμονικού πνεύματος. Ο Κύριός μας τον
θεραπεύει πρώτα από τη παρουσία του δαίμονος, στη συνέχεια από την ακοινωνησία
με τους ανθρώπους και, τέλος, από τον εγωκεντρισμό που τον έκανε να σκέφτεται
μόνο τον εαυτό του, οδηγώντας τον να γίνει διαπρύσιος κήρυκας της σωτηρίας που
έλαβε. Και η παρουσία του Χριστού δείχνει σε όλους μας πώς τελικά μπορούμε
να νικήσουμε το κακό στη ζωή μας. Διότι άλλος λιγότερο, άλλος περισσότερο
υποτασσόμαστε σ’ αυτό. Άλλος με την ιδιοτροπία του, άλλος με την υπερηφάνειά
του, άλλος με την τυφλή εμπιστοσύνη στον εαυτό του, άλλος με την παράδοση στο
πνεύμα του δαιμονόπληκτου πολιτισμού μας, ο οποίος μας οδηγεί στην
αυτοθεοποίηση, χάρις στους ποικίλους τρόπους
με τους οποίους ο άνθρωπος μπορεί να εξουσιάσει τον κόσμο, τον χρόνο και
τον συνάνθρωπο. Η παρουσία του Χριστού δίνει ζωή στον ταλαιπωρημένο από το
κακό. Τον επαναφέρει στην κοινωνία με το Θεό και τον συνάνθρωπο. Και τον κάνει
να υπερβαίνει την μοναξιά. Δια της αγάπης που δίνει η κοινωνία με το Θεό. Και
δια της ελευθερίας, που μέσω αυτής της κοινωνίας επιτυγχάνεται.
Όσο και να προσπαθούμε δια των νόμων ή δια
της απομάκρυνσης να αποφύγουμε το κακό, διαπιστώνουμε ότι ακόμη κι αν έρχεται
κάποια επιτυχία, είναι πρόσκαιρη. Κι αυτό διότι το κακό συνεχίζει να
επιτίθεται με άλλους τρόπους και μέσω άλλων προσώπων, δομών, καταστάσεων.
Πρωτίστως όμως μέσω του ίδιου του εαυτού μας. Ας εμπιστευθούμε το Χριστό, για
να μπορέσουμε να νικήσουμε την έρημο της μοναξιάς στην οποία το κακό μας
ρίχνει. Και αφήνοντας Εκείνον να θεραπεύσει τις αμαρτίες μας, αλλά και όντας
έτοιμοι να καθίσουμε «παρά τους πόδας» του Κυρίου (Λουκ. 8, 35) θα μπορέσουμε να βρούμε τα ρούχα της ανοικτής καρδιάς,
την σύνεση του νου που αναγνωρίζει τι σημαίνει το θέλημα του Θεού και την
επιθυμία να διατρανώσουμε την χαρά και την ευλογία που ο Χριστός μάς προσφέρει.
Ας αντιτάξουμε στη δύναμη του κόσμου και του πολιτισμού την επιθυμία της εξόδου
μας από την έρημο του εγωισμού, της χρήσης του άλλου, της ιδιοτέλειας, της
αυτοθεοποίησης. Αυτή είναι η οδός της Εκκλησίας. Αυτή είναι η οδός των Αγίων
μας, οι οποίοι, όπως ο άγιος Δημήτριος, αφού έζησαν την γνήσια κοινωνία με το
Χριστό, μοιράστηκαν τη ζωή τους διατρανώνοντας την ευλογία του Θεού και
καθοδηγώντας πλήθος ανθρώπων στην αληθινή ζωή, βγάζοντάς τους από την οδό του
κακού, ακόμη κι αν το τίμημα ήταν το μαρτύριο. Η δωρεά της αιωνιότητας όμως
τελικά δείχνει ότι το κακό δεν έχει, αν εμπιστευθούμε το Χριστό, καμία δύναμη. Να
ποια είναι η αληθινή παρηγοριά στην ζωή και στους καιρούς μας!
Κέρκυρα, 26
Οκτωβρίου 2014