Οι
άνθρωποι καθημερινά διαπιστώνουμε τα αδιέξοδα που χαρακτηρίζουν τη ζωή μας. Το
μεγαλύτερο από αυτά ο θάνατος. Υπάρχουν όμως και άλλα που έχουν να κάνουν τόσο
με τον εαυτό μας και την πορεία μας, την απογοήτευση από την έκβαση των
προσωπικών μας σχέσεων, ιδίως όσο βλέπουμε τα χρόνια να περνούνε και να
λιγοστεύει η ποιότητα σ’ αυτές, με την επικράτηση της συνήθειας, όταν βλέπουμε
το πείσμα, το εγωκεντρικό θέλημα, τον αγώνα για επικράτηση, ο οποίος κυριαρχεί
μεταξύ μας, όπως επίσης και την σταδιακή φθορά της ύπαρξής μας, εξαιτίας της
δύναμης του χρόνου, αλλά και του άγχους και για την επιβίωση και για την πορεία
της κοινωνίας μας. Προσπαθούμε να ξεχάσουμε τα αδιέξοδα, παραδίδοντας τον εαυτό
μας στην εικόνα και τον πολιτισμό της, στις ηδονές του βίου, στην διανόηση,
στις επιλογές του κόσμου. Μέσα μας όμως πάντοτε υφέρπει εκείνη η βαθιά ανάγκη
για ανάπλαση.
Η
Εκκλησία μας δείχνει το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου ως την αρχηγό της νοητής
αναπλάσεως. Δι’ αυτής σαρκώθηκε ο Χριστός. Εκείνος οδήγησε το ανθρώπινο γένος
στην ανάπλαση. Το λύτρωσε από την καταλυτική επίδραση και την φθορά της
αμαρτίας. Του έδωσε προσανατολισμό και περιεχόμενο στη ζωή. Το ανέστησε από το
Θάνατο. Του άφησε την Εκκλησία ως το σπίτι μέσα στο οποίο μπορεί να βρίσκει
νόημα και παρηγορά. Και την ίδια στιγμή του πρόσφερε την αγιότητα ως ευκαιρία
συνάντησης μαζί του και ριζικής ανακαίνισης της ζωής. Η Παναγία γίνεται το
πρόσωπο εκείνο το οποίο βιώνει αυτή την ανάπλαση. Γίνεται η κεχαριτωμένη. Αυτό
σημαίνει ότι η καρδιά της αποκτά καθαρότητα πνευματική χάρις στην αγάπη προς
τον Χριστό. Δεν υπάρχει σπίλος επάνω της και γι’ αυτό την χαρακτηρίζουμε «άσπιλον,
αμόλυντον, άφθορον άχραντον». Αγιάζεται η ύπαρξή της και δεν μένει επάνω σ’
αυτήν περιθώριο φθοράς πνευματικής. Την ίδια στιγμή η ζωή της αποκτά νόημα και
περιεχόμενο. Είναι ο Υιός της, όχι μόνο ως το γέννημα της σαρκός της το οποίο
καλείται να αναθρέψει ως φυσική μητέρα, αλλά και ως το Θεανδρικό Πρόσωπο το
οποίο οδηγεί όλο τον κόσμο στην σωτηρία και η Παναγία Τον ακολουθεί σ’ αυτήν
την οδό, παρακαλώντας για τους ανθρώπους, να μην τους λείψει η χαρά, όπως
επίσης και να μπορέσουν δια της υπακοής σ’ Εκείνον να βρούνε και εκείνοι νόημα
και σκοπό. Και φτάνει μέχρι το Σταυρό και την Ταφή του παιδιού της, βιώνοντας
τον πόνο όσο καμία άλλη μάνα στον κόσμο, για το εντελώς άδικό του, και την ίδια
στιγμή την χαρά της Ανάστασης, που δεν είναι μόνο για Εκείνον, αλλά και για
όλους τους ανθρώπους.
Η
Παναγία μας δείχνει την οδό της ποιότητας στις διαπροσωπικές μας σχέσεις.
Ξεκινώντας από την σχέση μας με τον Θεό βρίσκουμε ρόλο και στην κοινωνία με
τους ανθρώπους. Εκείνη αγάπησε τον Θεό και Του αφιερώθηκε παιδιόθεν. Έκανε
πράξη το θέλημά Του. Και βρήκε την ουσία της αποστολής της και μέσα από αυτήν
έχτισε τις σχέσεις της. Διακόνησε τον Ιωσήφ τον μνήστορά της και την οικογένειά
του. Διακόνησε τον Υιό της. Υπέμεινε αγόγγυστα την φυγή στην Αίγυπτο και την
απόρριψή της από τους συμπατριώτες της εξαιτίας του Υιού της. Έδειξε την αγάπη
σε όλους και παραμένει η Μητέρα όλων μας και μετά θάνατον. Έχτισε λοιπόν
σχέσεις αγάπης, υπομονής, σιωπής, ταπείνωση, προσφοράς, προσευχής. Αυτό μας
καλεί να ζήσουμε δια της αναπλάσεως του εαυτού μας από τον Υιό και Θεό της. Να
γίνουμε πιο δοτικοί στις σχέσεις μας. Πιο υπομονετικοί στην απογοήτευση που οι
άλλοι μας προσφέρουν, ενίοτε και ο εαυτός μας. Πιο ταπεινοί και με λιγότερους
λόγους έπαρσης, αυτοδικαίωσης ή και επίκρισης στους άλλους. Πιο προσευχητικοί.
Και με επίγνωση ότι το θέλημα του Θεού είναι αυτό το οποίο καλούμαστε να
αποτυπώνουμε στη συνάντησή μας με τους άλλους. Όχι κάνοντας κήρυγμα, αλλά αποπνέοντας την χαρά
και την πραότητα της διακονίας.
Η
Παναγία μας δείχνει την οδό της ανάπλασης δια της ασκήσεως στη ζωή μας. Και
άσκηση σημαίνει απεγκλωβισμό από την δύναμη των παθών και παράδοση του εαυτού
μας στην αγάπη του Θεού. Σημαίνει ήθος εκκλησιοκεντρικό και εκκλησιαστικό. Σημαίνει αξιοποίηση του χρόνου μας κατά Θεόν.
Μέριμνά μας , όσο είναι εφικτό, όχι οι ηδονές του βίου και η ραθυμία που αυτές
φέρουν, ούτε το σκότωμα του χρόνου μας, αλλά η εκζήτηση της κοινωνίας με τον
Θεό και η στροφή εντός μας. Αντί να λειτουργούμε στην λογική της πληροφορίας,
να βλέπουμε τη ζωή μας και τις ρίζες των παθών και των λογισμών μας. Αντί να
εξετάζουμε τις αιτίες που οι άλλοι σκέπτονται και συμπεριφέρονται κατά τον τάδε
τρόπο, να βλέπουμε τον δικό μας εαυτό και τις δικές μας αδυναμίες,
αναλαμβάνοντες τον αγώνα να έρθει ο Θεός στις καρδιές μας. Και η άσκηση έρχεται
δια της προσευχής, της νηστείας, της υπακοής στον νόμο του Θεού.
Μέσα
από την ανάπλαση της ύπαρξής μας έρχεται και η χορηγία της θεϊκής αγαθότητος.
Έρχεται η χαρά του να είμαστε τέκνα Θεού και να απολαμβάνουμε την κοινωνία μαζί
Του ως κοινωνία ανάστασης και αιωνιότητας. Κι εδώ η Παναγία είναι η γέφυρα που
μας οδηγεί στο πλήρωμα της αγαθότητας. Ας μην βλέπει η εποχή μας και το κοσμικό
μας φρόνημα ότι από αλλού ξεκινά η χαρά και η χάρις. Χρειάζεται να ξεκολλήσουμε
από τα πρότυπα με τα οποία νομίζουμε ότι θα μπορέσουμε να ευτυχήσουμε και να
κάνουμε βήματα πνευματικά. Δεν είμαστε μόνοι. Εκείνη προσεύχεται και μας
στηρίζει. Αρκεί να μην τρέφουμε την ψευδαίσθηση ότι καλά είμαστε παραδομένοι
στον κόσμο και τον τρόπο του. Ας ξεκινήσουμε λοιπόν μαζί της την πορεία της
συνεχούς συνάντησης με τον Υιό της. Για να είναι η ανάπλασή μας αφορμή και για την
ανάπλαση και άλλων. Στο πρόσωπο άλλωστε του καθενός μας εικονίζεται ο Θεός και
το σύμπαν ανθρώπινο γένος. Πνευματική ποιότητα το ζητούμενο. Έτσι τελικά θα
αναμορφωθεί η ζωή μας σε όλες τις πτυχές της. Το χρειαζόμαστε αληθινά.
Κέρκυρα, 28
Μαρτίου 2014